Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Χρειαζόμαστε αναπτυξιακό όραμα

Μελετώντας κάποιος την πορεία της χώρας μας τα τελευταία χρόνια δικαιολογημένα μπορεί να πει ότι έχει εφαρμογή η λαϊκή παροιμία «κάθε πέρσι και καλύτερα», γιατί όλα χειροτερεύουν. Εχει επέλθει πλήρης αποβιομηχάνιση (ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα) και η ύφεση έχει παγιωθεί. Στο πλαίσιο της πολιτικής που ουσιαστικά επέβαλαν οι δανειστές, υποτίθεται ότι κύριος στόχος ήταν να περιοριστούν τα ελλείμματα που δημιουργεί ο υπερτροφικός δημόσιος τομέας αλλά στην πράξη το πολιτικό σύστημα έθιξε, κυρίως, με εξοντωτικά μέτρα, τον ιδιωτικό τομέα, με τις αποδοχές των εργαζομένων σε αυτόν να πλησιάζουν σχεδόν τις αποδοχές των εργαζομένων της Βουλγαρίας.
Οι πολίτες απελπισμένοι και άφωνοι παρακολουθούν τα τεκταινόμενα, αηδιασμένοι με την υποκρισία κάποιων πολιτικών μας που, σαν τους ηθοποιούς που υποδύονται ρόλους, σήμερα υποστηρίζουν τα αντίθετα των όσων έλεγαν χτες, ενώ είναι βέβαιο ότι και αύριο κάτι άλλο θα πουν.
Την άνοιξη του 2010 οδηγηθήκαμε στο πρώτο μνημόνιο που υποτίθεται ότι σε 1 - 2 χρόνια θα μας έβγαζε στις αγορές και θα δημιουργούσε προϋποθέσεις ανάπτυξης, αλλά τελικά μας οδήγησε σε επόμενο μνημόνιο και σε ακόμα βαθύτερη ύφεση με μείωση του ΑΕΠ και στην ανάγκη λήψης οδυνηρών μέτρων. Οι ηγεσίες των περισσότερων κομμάτων ασχολούνταν πρωτίστως με τις προνομιούχες τάξεις εργαζομένων στο Δημόσιο και τα «ειδικά μισθολόγια», χωρίς να πολυσκοτίζονται για το γεγονός ότι στον ιδιωτικό τομέα η κατάσταση θυμίζει τριτοκοσμική χώρα και φοβούμαι ότι η ίδια κατάσταση συνεχίζεται και με την κυβέρνηση που εξελέγη πρόσφατα.
Η λύση του προβλήματος της χώρας προϋποθέτει ουσιαστική λειτουργία των θεσμών, ανάπτυξη με δημιουργία θέσεων εργασίας και αύξηση του ΑΕΠ. Για να γίνουν αυτά θα έπρεπε τουλάχιστον, παράλληλα με την αναγκαία περιστολή δαπανών στον δημόσιο τομέα, να εκπονηθεί και να υλοποιηθεί σχέδιο αξιοποίησης των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων, δηλαδή σχέδιο προβολής και αξιοποίησης της ιστορίας, του πολιτισμού, των μνημείων, του κλίματος και της φυσικής ομορφιάς της χώρας κι έτσι να έχουμε π.χ. 30 εκατ. τουρίστες υψηλού εισοδηματικού επιπέδου ετησίως. Να μελετηθεί πώς τα 14 περίπου δισ. ευρώ που φέρνει κάθε χρόνο η εμπορική ναυτιλία θα γίνουν 20, πώς με αναδιάρθρωση αγροτικών καλλιεργειών θα έχουμε πραγματική παραγωγή και εξαγωγικό χαρακτήρα, πώς θα γίνουν καινοτόμες επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας και πώς θα αξιοποιηθούν οι άλλες πλουτοπαραγωγικές πηγές.
Το πολιτικό σύστημα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η ανάπτυξη μπορεί να έλθει κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα κι επειδή το πρόβλημα της χώρας δεν είναι μόνο οικονομικό, προαπαιτούμενο είναι να λειτουργούν ουσιαστικά οι θεσμοί. Πρέπει πέρα από το σχέδιο οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, να προχωρήσουν σε τολμηρή συνταγματική αναθεώρηση που θα τονίσει περισσότερο την διάκριση εξουσιών, που θα αναβαθμίζει το Κοινοβούλιο με την θέσπιση ασυμβίβαστου μεταξύ θέσης βουλευτού και υπουργού (λειτουργεί επιτυχώς στην Κύπρο), θα παύσει την μέσω της σύντομης παραγραφής ατιμωρησία των επίορκων πολιτικών, θα επιβάλλει κανόνες διαφάνειας στην πολιτική ζωή, θα ενισχύσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και με καθιέρωση δημοψηφισμάτων θα κάνει πιο συμμετοχικό το πολίτευμά μας.
Τα περιθώρια έχουν στενέψει και η οικονομική κρίση οδήγησε σε έντονη ριζοσπαστικοποίηση των πολιτών, που απελπισμένοι φτάνουν να αναζητούν λύσεις και στα πολιτικά άκρα. Το πολιτικό σύστημα, αν θέλει να προφυλάξει τη χώρα από επικίνδυνους κλυδωνισμούς, οφείλει να προσφέρει αναπτυξιακό αλλά και πολιτικό - δημοκρατικό όραμα δημιουργώντας ταυτόχρονα προϋποθέσεις ενεργοποίησης της κοινωνίας των πολιτών, για να γίνει πράξη το όραμα και να δημιουργηθεί νέα προοπτική για τη χώρα.

Μηνύματα ελληνισμού

Κάθε επέτειος είναι και μια ευκαιρία περισυλλογής, αυτογνωσίας και ανασύνταξης στόχων για το μέλλον και γι' αυτό ο εορτασμός της επετείου της απελευθέρωσης του 1821 κυρίως πρέπει να αποσκοπεί στην αναζήτηση των αιτίων που οδήγησαν στην επανάσταση αλλά και σε μεταγενέστερους εθνικούς αγώνες, των αρχών που οδηγούν τον ελληνισμό σε έξαρση δημιουργώντας του νέα προοπτική.
Για να καταλάβουμε τους λόγους της εθνεγερσίας του 1821, τις αξίες για τις οποίες αγωνίστηκαν οι Ελληνες, ενδεικτικά αντιγράφω μια επιστολή που έστειλε στις 22 Μαρτίου 1821 στους Γαλαξιδιώτες o Οδυσσέας Ανδρούτσος: «Αγαπημένοι μου Γαλαξιδιώτες, ήτανε φαίνεται γραφτό ν' αδράξουμε τα άρματα μια μέρα και να χυθούμε καταπάνω στους τυράννους μας, που τόσα χρόνια ανελεήμονα μας τυραγνεύουν. Τι τη θέλαμε, βρε αδέλφια, αυτή την πολυπικραμένη ζωή, να ζούμε από κάτω στη σκλαβιά και το σπαθί των Τούρκων ν' ακονιέται στα κεφάλια μας; Δεν τηράτε που τίποτα δεν μας απόμεινε; Οι εκκλησιές μας γενήκανε αχούρια των Τούρκων. Κανένας δεν μπορεί να πει πως τάχα έχει κάτι δικό του, γιατί ταχιά βρίσκεται φτωχός σα διακονιάρης στη στράτα. Οι φαμελιές μας και τα παιδιά μας είναι στα χέρια και στη διάκριση των Τούρκων… Δεν είναι πρέποντας να σταυρώσουμε τα χέρια και να τηράμε τον ουρανό. Ο Θεός μας έδωκε χέρια, γνώση και νου. Ας ρωτήσουμε την καρδιά μας κι ό,τι μας απαντυχαίνει ας το βάλουμε σε πράξη αγλήγορα. Μια ώρα πρέποντας είναι να ξεσπάσει αυτό το μαράζι όπου μας τρώγει την καρδιά. Στα άρματα αδέλφια, ή να ξεσκλαβωθούμε ή όλοι να πεθάνωμε».
Μ' αυτό το πνεύμα πολέμησαν οι Ελληνες το 1821 και στους μετέπειτα εθνικούς αγώνες για να «αναστήσουν» την πατρίδα. Υπήρχαν βέβαια και μελανές στιγμές, υπήρχε η διχόνοια που αμαύρωνε λαμπρές στιγμές, αλλά η γενική εικόνα απέδειξε ότι ο ελληνισμός αντλώντας δύναμη από τις ρίζες του μεγαλουργεί. Με αυτό τo πνεύμα νίκησε στον Μακεδονικό αγώνα κι αργότερα στους Βαλκανικούς πολέμους που διπλασιάστηκε η Ελλάδα, μ' αυτό το πνεύμα δημιουργήθηκε το έπος του 1940 και μ' αυτό το όραμα αγωνίστηκαν τα αδέλφια μας στην Κύπρο το 1955.
Αυτό το πνεύμα μάλλον είναι ναρκωμένο σήμερα στις ηγετικές τάξεις της Ελλάδας, γιατί οι ιθύνοντες ξεχνούν ότι και σε περίοδο ειρήνης πρέπει να υπάρχει όραμα που να συνεγείρει για να αγωνισθούν οι πολίτες. Αλλά αυτό το πνεύμα υπάρχει στη λαϊκή ψυχή και ειδικά στους απλούς Ελληνες που ζουν εκτός συνόρων, γιατί έχουν καλύτερη οπτική. Χαρακτηριστικά θυμάμαι μια επίσκεψή μου στην Κύπρο Μάρτιο του 2004, παραμονές δημοψηφίσματος για το σχέδιο Ανάν, όταν κάποιος ηλικιωμένος με σταμάτησε σε καφενείο στη Λευκωσία και με σεβασμό ρώτησε: «Τι λέγει το εθνικόν μας κέντρο;». Θυμάμαι ακόμη τον πρώτο πρόεδρο των Σαρακατσάνων από τη Βουλγαρία μετά το 1990, που προσέφυγε σε βουλγαρικό δικαστήριο κι επέτυχε έκδοση απόφασης (την αναδημοσιεύω στη σελ. 87 του βιβλίου μου «Με το βλέμμα στο μέλλον» εκδ. «Ιανός»), που αναφέρει ότι οι Σαρακατσάνοι που ζουν στη Βουλγαρία έχουν μητρική γλώσσα μόνο την ελληνική, ότι ήρθαν στη Βουλγαρία από τα Αγραφα, ότι στις κοινωνικές τους σχέσεις χρησιμοποιούν ελληνικά ονοματεπώνυμα κι ότι έχει δικαίωμα αντί Dimitar Grivof να αποκαλείται Δημήτριος Γρίβας. Oταν ρωτήθηκε γιατί το κάνει, απάντησε πως θέλει τουλάχιστον να πεθάνει με ελληνικό ονοματεπώνυμο. Συνάντησα αρκετούς τέτοιους Ελληνες στις βαλκανικές μου περιπλανήσεις και το ότι υπάρχουν ακόμη εκτός Ελλάδας τέτοιοι Ελληνες στην μίζερη εποχή μας αποδεικνύει ότι ο ελληνισμός αντέχει κι απλά έχει ανάγκη από ηγέτες με όραμα και στρατηγική για να μεγαλουργήσει πάλι.

Εμείς και η Ευρώπη

Η λέξη Ευρώπη σε όλη την υφήλιο συνειρμικά πέρα από γεωγραφικό ορισμό σήμαινε περισσότερα πράγματα. Σήμαινε ανθρωποκεντρικό πολιτισμό, έναν πολιτισμό που θέλει τον άνθρωπο πολίτη, που έχει σημαία την ελευθερία και τη δημοκρατία αλλά και την κοινωνική αλληλεγγύη. Στη σημερινή εποχή της τεχνολογικής και οικονομικής παγκοσμιοποίησης, αυτή η Ευρώπη θα έπρεπε να ενσαρκώνει την ελπίδα της ανθρωπότητας κρατώντας υψωμένη τη σημαία των δημοκρατικών ελευθεριών, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής αλληλεγγύης.
Από την Ευρώπη σαν συνέχεια της ιστορίας της, θα περίμεναν οι λαοί θεσμούς που θα της δώσουν δύναμη κι αποτελεσματικότητα για να υψώσει ψηλότερα τη σημαία των ιδανικών, να δώσει ανθρώπινη εικόνα στην ανάπτυξη και να φέρει την ελπίδα ισορροπίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το ερώτημα είναι αν η σημερινή Ευρώπη υπό τη μορφή της ΕΕ εκφράζει και υπηρετεί αυτές τις προσδοκίες, αυτά τα ιδανικά που είχαν οι οραματιστές της ενωμένης Ευρώπης που πίστευαν βέβαια και στη δημοκρατία. Το αναφέρω αυτό για να επισημάνω ότι και η Γερμανία επί Χίτλερ μιλούσε για ενωμένη νέα Ευρώπη αλλά τη φανταζόταν σαν μια γερμανική αυτοκρατορία. Υπενθυμίζω ότι οι Γερμανοί κατακτητές εξέδιδαν στη Θεσσαλονίκη την κατοχική εφημερίδα με τίτλο «Νέα Ευρώπη» στα άρθρα της οποίας γινόταν συνεχής αναφορά για τη νέα Ευρώπη που θα δημιουργούσαν οι Γερμανοί υπό τον Χίτλερ με τη μορφή μιας αυτοκρατορίας υπό την ηγεσία των Γερμανών κι έτσι δικαιολογούσαν το αιματοκύλισμα της Ευρώπης και τα απεχθή εγκλήματά τους.
Είναι λυπηρό αλλά πρέπει να λέμε αλήθειες: σήμερα έχουν αλλοιωθεί τα χαρακτηριστικά της ΕΕ που δεν ανταποκρίνεται πλέον στα οράματα αυτών που αγωνίστηκαν πριν δεκαετίες για τη δημιουργία της. Υπάρχουν οι θεσμοί που τυπικά εξασφαλίζουν συμμετοχή και σοτιμία στα κράτη-μέλη αλλά στην πράξη υπάρχει γερμανική μονοκρατορία. Υπήρξαν εποχές που η νεολαία στην Ευρώπη φλεγόταν από το όραμα των πρωτεργατών μιας νέας εποχής για την Ευρώπη που θα κατοχύρωνε αποτελεσματικά την ελευθερία και δημοκρατία και θα δημιουργούσε προϋποθέσεις ισόρροπης ανάπτυξης για όλες τις χώρες-μέλη. Δυστυχώς όμως η σημερινή πραγματικότητα καθημερινά δίνει την εντύπωση ότι κάποιοι είναι πιο ίσοι από τους άλλους κι αποφασίζουν ερήμην των λαών ενισχύοντας τις εξουσίες μιας απρόσωπης καλοπληρωμένης και ελεγχόμενης γραφειοκρατίας των Βρυξελών που ισοπεδώνει την εθνική κυριαρχία και μέσω της οικονομικής κρίσης οδηγεί σε μακροπρόθεσμη εξάρτηση τις χώρες του Νότου.
Από αυτήν τη στήλη ελλείψει χώρου δεν μπορούμε να εμβαθύνουμε, αλλά το ερώτημα είναι ποια η θέση και ο ρόλος της Ελλάδας σε αυτήν την Ευρώπη: Η Ελλάδα οδηγήθηκε στη χρεοκοπία και το μνημόνιο γιατί ανίκανοι η μέτριοι πολιτικοί στερούμενοι οράματος αρκούνταν να διανέμουν τις επιδοτήσεις της ΕΕ συντηρώντας κλίμα υπερκαταναλωτισμού, και δεν ασχολήθηκαν ποτέ με σχεδιασμό για πραγματική ανάπτυξη της χώρας, με την ΕΕ να παρακολουθεί κάνοντας ότι δεν βλέπει για άλλους λόγους. Το αποτέλεσμα είναι να έχει υποθηκευτεί για δεκαετίες και το μέλλον αυτών που δεν γεννήθηκαν ακόμη στην Ελλάδα.
Αναμφίβολα το μέλλον της Ελλάδας είναι στην Ευρώπη, αλλά σε μια Ευρώπη με ανθρωποκεντρικό πολιτισμό, σε μια Ευρώπη που θα έχει ψηλά τη σημαία της Ελευθερίας, της δημοκρατίας αλλά και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Αυτή η Ευρώπη ήταν η δική μας Ευρώπη, γιατί στηρίζονταν σε προαιώνιες αρχές του Ελληνισμού και γι' αυτήν την Ευρώπη πρέπει να αγωνιστούμε. Ο Ελληνισμός μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το προζύμι για μια νέα ζύμωση στην Ευρώπη, για να ξαναθυμηθεί τουλάχιστον τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα του πολιτισμού της.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Tο παράδειγμα του Βρασίδα

Το 422 π.Χ. οι Αθηναίοι έστειλαν στην αρχαία Αμφίπολη (που πριν δυο χρόνια είχε παραδοθεί στους Σπαρτιάτες) τον δημαγωγό Κλέωνα να την ανακαταλάβει. Ο Θουκυδίδης περιγράφοντας το χρονικό των γεγονότων αναφέρει ότι την Αμφίπολη την υπερασπιζόταν ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, ο οποίος συγκέντρωσε τους υπερασπιστές της πόλης, τους εμψύχωσε και κατέληξε λέγοντάς τους (όπως διέσωσε ή απέδωσε την ομιλία του ο Θουκυδίδης σε μετ. Ευ. Βενιζέλου): «Οσον το κατ' εμέ, θα αποδείξω ότι δεν είμαι καλύτερος εις το να προτρέπω άλλους παρότι είμαι εις το να θέτω εις εφαρμογήν ο ίδιος τας προτροπάς μου». Μ' αυτά τά λόγια επικεφαλής 150 Σπαρτιατών νίκησε χιλιάδες Αθηναίους, χάνοντας τη ζωή του.
Τα ανέφερα αυτά για να επισημάνω ότι στις δύσκολες στιγμές για ένα λαό το παράδειγμα του ηγέτη εμπνέει και συνεγείρει, με αφορμή την συζήτηση που έγινε στα ΜΜΕ για την εκφρασθείσα δυσαρέσκεια κάποιων βουλευτών στην εξαγγελθείσα πρόθεση του πρωθυπουργού για κατάργηση των βουλευτικών αυτοκινήτων, σε συνδυασμό με το ότι δόθηκε σε εργαζόμενους της ΔΕΗ ένα κατ' ευφημισμόν επίδομα σίτισης μέσω του οποίου πετυχαίνουν αφορολόγητη αύξηση αποδοχών.
Η λαϊκή παροιμία λέει ότι «το ψάρι βρομάει από το κεφάλι» και στην προκειμένη περίπτωση επιβεβαιώνεται. Ετσι μέσα στις παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος ήταν τα προκλητικά προνόμια του πολιτικού κόσμου. Καταρχήν κατά καιρούς με ρουσφετολογικές διατάξεις διόριζαν στο Κοινοβούλιο συνεργάτες τους, καταφέρνοντας να έχει τριπλάσιους υπαλλήλους από το γερμανικό, ενώ καθιέρωσαν γι' αυτούς 16 μισθούς ετησίως. Να θυμηθούμε ακόμη ότι για την συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις επιτροπών της Βουλής έπαιρναν και παίρνουν ιδιαίτερη αποζημίωση, ενώ το 75% των συνολικών αποδοχών τους είναι αφορολόγητες, τη στιγμή που οι ίδιοι ψήφισαν να φορολογούνται από το πρώτο ευρώ άλλες τάξεις εργαζομένων.
Βέβαια οι δαπάνες αυτές αν καταργηθούν δεν σώζουν την Ελλάδα, αλλά τα επισημαίνω γιατί με την συμπεριφορά τους αυτή κάποιοι πολιτικοί μας στέλνουν λάθος μήνυμα στην κοινωνία κι απαξιώνονται στην κοινή γνώμη μη μπορώντας να λειτουργήσουν ηγετικά. Γιατί ο βουλευτής που αγωνίζεται να κρατήσει το βουλευτικό αυτοκίνητο και ζητά από τους άλλους να πληρώνουν φόρους αλλά όχι αυτός, δεν μπορεί να έχει επαφή με τους πολίτες και να τους ζητά θυσίες, δεν μπορεί να τους συνεγείρει σε προσπάθεια δημιουργίας προοπτικής για τη χώρα. Οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ που σε καιρούς χαλεπούς για τη χώρα πέτυχαν να λάβουν αφορολόγητη αύξηση υπό μορφή επιδόματος σίτισης κάνουν ό,τι κάνει και η ηγεσία... δηλαδή διεκδικούν προνόμια αδιαφορώντας για τη χώρα.
Χαιρετίζω την επιμονή του πρωθυπουργού να περιορίσει κάποια προνόμια του πολιτικού κόσμου που ξεπερνούν το μέτρο και προκαλούν, θέλοντας μ΄ αυτό τον τρόπο να σταματήσει ή να περιορισθεί η απαξίωση του πολιτικού κόσμου για να μπορεί να λειτουργήσει ηγετικά

Η ηγεσία του τόπου με την ευρεία έννοια (πολιτική, πνευματική, οικονομική κ.λπ.) πρέπει καθημερινά να μπορεί να λειτουργεί ως «λυχνία επί όρους κειμένη» εμπνέοντας με το παράδειγμά της και συνεγείροντας τον λαό σε προσπάθεια δημιουργίας προοπτικής. Δεν τους επέβαλε κανείς με το ζόρι να ασχοληθούν με τα κοινά, αλλά από τη στιγμή που εκπροσωπούν τους πολίτες καθημερινά πρέπει να αποδεικνύουν ότι υπάρχει ταύτιση λόγων και έργων στη ζωή τους και να θυμούνται πάντα το παράδειγμα του Βρασίδα, που δεν ήταν καλός μόνο στο προτρέπει άλλους αλλά έθετε σε εφαρμογή και ο ίδιος τις προτροπές του.

Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Πώς φτάσαμε στη χρεοκοπία και το μνημόνιο

Διάβασα ανακοίνωση της προέδρου της Βουλής αλλά και συγκυβερνώντος κόμματος για πρόταση σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής για το πώς φτάσαμε στο μνημόνιο. Υπενθυμίζω ότι τέτοια Εξεταστική Επιτροπή είχε εξαγγείλει όταν ήταν αντιπολίτευση ο Αντώνης Σαμαράς, αλλά την ξέχασε όταν έγινε κυβέρνηση… πιθανόν λόγω συγκυβέρνησης με ΠΑΣΟΚ.
Θα είχε έννοια μια έρευνα για το πώς η χώρα οδηγήθηκε στη χρεοκοπία και το μνημόνιο, αλλά δεν γνωρίζω αν η Βουλή θα μπορούσε να κάνει με αξιόπιστα κριτήρια αυτήν την έρευνα, γιατί σίγουρα αυτή η έρευνα θα αποδείκνυε την τεράστια διαχρονική ευθύνη του πολιτικού κόσμου. Το σωστό θα ήταν μια τέτοια έρευνα να ξεκινήσει από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης και με επιστημονικά κριτήρια να δει σε βάθος όχι μόνο το θέμα του χρέους αλλά και των τυχόν σχεδίων ανάπτυξης σε συνάρτηση με τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος.
Είναι βέβαιο ότι μια τέτοια έρευνα θα αποδείξει ότι οι λανθασμένες κινήσεις ξεκινούν από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (π.χ. η κρατικοποίηση της Εμπορικής Τράπεζας) και γίνονται κανόνας μετά το 1981 με γιγάντωση του δημόσιου τομέα, με δήθεν «ανασυγκρότηση» πτωχευμένων επιχειρήσεων και με δανεισμό που αντί παραγωγικών έργων στήριζε έναν άκρατο καταναλωτισμό με αποτέλεσμα αθρόες εισαγωγές από το εξωτερικό αγαθών πολυτελούς διαβίωσης λόγω ανυπαρξίας ελληνικής παραγωγής.
Η μεταπολίτευση καλλιέργησε ένα μοντέλο τρόπου ζωής και σκέψης καταστροφικό για τη χώρα, με τα κόμματα να αποκτούν μαζικότητα όχι σε πλαίσιο αρχών και ιδεών αλλά με στόχο τη νομή της εξουσίας από όλους, με διορισμούς των γόνων της «νομενκλατούρας» στη διοίκηση δημόσιων οργανισμών αλλά και των πολιτών στο Δημόσιο με αποτέλεσμα γιγάντωση αλλά και αναποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα. Αυτήν την εποχή τα πολιτικά μας κόμματα «ποδοσφαιροποίησαν» την πολιτική ζωή καλλιεργώντας το μοντέλο του «πολίτη-οπαδού» που δεν μιλά για τις παρανομίες του κόμματός του και ανταμείβεται με συμμετοχή στη νομή της εξουσίας με κάποιο «ρουσφέτι». Κάποιοι έντιμοι με θάρρος που τολμούσαν να κάνουν καταγγελίες «περιθωριοποιούνταν» από το σύστημα. Γι΄ αυτήν την περίοδο γράφει χαρακτηριστικά ο καθηγητής και πρώην πρύτανης της «ΠΑΣΠΕ» Β. Φίλιας στο βιβλίο του «Τα αξέχαστα και τα λησμονημένα» σελ. 405: «Ποτέ στο παρελθόν -με εξαίρεση ίσως την περίοδο Βούλγαρη (του επιλεγόμενου Τσουμπέ) τον περασμένο αιώνα- η ζωή του τόπου δεν είχε φτάσει σ΄αυτό το σημείο κατάπτωσης. Κατάπτωσης και κατάρρευσης όλων των διαχρονικών αξιών, που δίνουν υπόβαθρο σε μια κοινωνία να λειτουργεί συγκροτημένα και να μην αποσυντίθεται».
Ο γράφων δεν έχει ιδιαίτερες οικονομικές γνώσεις αλλά με την κοινή λογική έβλεπε την επερχόμενη καταστροφή με την υπερχρέωση της χώρας και των πολιτών. Ως πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης είχα εισηγηθεί και εκδώσαμε στις 16-11-2006 ένα ψήφισμα καταγγέλοντας την υπερχρέωση των Ελλήνων πολιτών με ευθύνη και του τραπεζικού συστήματος που με παραπλανητικές διαφημίσεις ζητούσε από τους πολίτες να πάρουν «εορτοδάνεια» και «διακοποδάνεια» συμβάλλοντας στη γιγάντωση καταστροφικού καταναλωτισμού (το ψήφισμα αναδημοσιεύεται στο επίμετρο του βιβλίου μου «Με το βλέμμα στο μέλλον» εκδ. «Ιανός» 2014) και εκφράζοντας την ανησυχία μας ζητούσαμε από την κυβέρνηση αλλά και την Εισαγγελία έρευνα και λήψη μέτρων. Το ψήφισμα δημοσιεύθηκε σε κάποιες εφημερίδες και κάποιος υφυπουργός ανοήτως μου παρατήρησε: «Είστε υπερβολικοί, η οικονομία ανθεί».
Ελλείψει χώρου δεν μπορούμε να πούμε περισσότερα. Το μοντέλο τρόπου ζωής και σκέψης που καλλιέργησε και επέβαλε στους πολίτες στη μεταπολίτευση το πολιτικό σύστημα οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και το μνημόνιο αλλά και κατέστρεψε τη ζωή και των Ελλήνων που δεν γεννήθηκαν ακόμη.

Ανάγκη για ρήξεις, τομές και μεταρρυθμίσεις

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές υπάρχει αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες και είναι άγνωστο αν θα υπάρξει συμβιβασμός ή θα επακολουθήσουν άλλες εξελίξεις. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι κάποια πράγματα που δεν γίνονταν στο παρελθόν αλλά κάποτε πρέπει να γίνουν, για να γίνουμε πραγματικά ευνομούμενη χώρα και να προσδοκούμε ανάπτυξη.
Αναντίρρητα την περίοδο της μεταπολίτευσης οι πολιτικοί μας (με λίγες εξαιρέσεις) δεν λειτούργησαν ηγετικά, με όραμα και σχέδιο για το μέλλον της χώρας, αλλά διαχειριστικά, κολακεύοντας τις αδυναμίες των πολιτών, καλλιεργώντας έναν άκρατο καταναλωτισμό (συντηρούμενο με δάνεια) και πέραν των αθρόων διορισμών στο Δημόσιο θέσπιζαν απίθανα επιδόματα του τύπου «έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία», για να αποσπούν την ψήφο των πολιτών και να συνεχισθεί μέχρι τελικής πτώσης το «πανηγύρι». Δυστυχώς όταν ήλθε η ώρα της πληρωμής, κάποιοι αντί αυτοκριτικής άρχισαν να ψελλίζουν στους πολίτες ότι «όλοι μαζί τα φάγαμε», αποκρύπτοντας την βαρύτατη ευθύνη τους.
Νομίζω ότι ανεξάρτητα από το τι θα γίνει με τους δανειστές και το μνημόνιο (φοβούμαι ότι ο βραχνάς του χρέους θα ταλανίζει για δεκαετίες τους Ελληνες πολίτες) πρέπει να δούμε κάποια πράγματα από μηδενική βάση, για να δούμε τι μπορεί να βελτιωθεί με στόχο να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ανάκαμψης. Πρέπει να ξεκινήσουμε από μια βασική αρχή: ότι οι ηγέτες πρέπει να συμμετέχουν στις θυσίες της χώρας δίνοντας πρώτοι το παράδειγμα. Ετσι δεν είναι κατανοητό γιατί πρέπει να φορολογείται από το πρώτο ευρώ με 26% ο νέος επαγγελματίας αλλά να έχουν αφορολόγητες σε ποσοστό 75% τις συνολικές-παχυλές (εν σχέσει με την σημερινή κατάσταση της χώρας) αποδοχές τους οι εκπρόσωποί μας στο Κοινοβούλιο. Αν πρέπει να φορολογείται από το πρώτο ευρώ ο περιπτεράς, πρωτίστως πρέπει να φορολογείται με τον ίδιο τρόπο και ο βουλευτής. Ενδεικτικά αναφέρω ότι πρέπει να δούμε π.χ. γιατί πρέπει να κλείνουν τα σχολεία όταν έχουν εκλογές οι εκπαιδευτικοί. Μπορούν κάλλιστα να κάνουν εκλογές σε ημέρα αργίας. Θέλουμε ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, αλλά τότε πρέπει να εξετάσουμε αν υπάρχει λόγος να υπάρχουν 3,5 μήνες το χρόνο δικαστικές διακοπές (2,5 μήνες το καλοκαίρι, 15 μέρες τα Χριστούγεννα, 15 μέρες το Πάσχα), γιατί στις περισσότερες ευνομούμενες χώρες περιορίζονται μόνο στον Αύγουστο. Τα ασφαλιστικά μας ταμεία καταρρέουν αλλά εξακολουθούμε να συνταξιοδοτούμε ανθρώπους σε ηλικία 45 - 50 ετών, κάτι αδιανόητο σε ευνομούμενες χώρες. Θέλουμε αποτελεσματικό κρατικό μηχανισμό αλλά εξακολουθούμε να στελεχώνουμε τις διοικήσεις κρατικών οργανισμών με αναξιοκρατικά κριτήρια, με αποτυχόντες πολιτευτές, μετριότητες του κομματικού σωλήνα και ανεπάγγελτους γόνους. Μήπως ήρθε η ώρα να αναζητηθούν οι ικανότεροι Ελληνες, για να αποκτήσουμε αποτελεσματικό κρατικό μηχανισμό;
Μήπως ήρθε επιτέλους η ώρα εκπόνησης και άμεσης υλοποίησης αναπτυξιακού προγράμματος με αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας; Μήπως πρέπει να δούμε τι πρέπει να γίνει για να έχουμε καινοτόμες επενδύσεις, περισσότερους και υψηλότερου βιοτικού επιπέδου τουρίστες, πως θα αξιοποιηθεί ο ορυκτός πλούτος, πώς θα αυξηθεί το συνάλλαγμα από την ναυτιλία, πως θα αποκτήσουμε αγροτικό τομέα με πραγματική παραγωγή και εξαγωγικό χαρακτήρα;
Μήπως πρέπει άμεσα να προχωρήσουμε σε τολμηρή αναθεώρηση του Συντάγματος, που θα παύσει την- μέσω σύντομης παραγραφής- ατιμωρησία των επίορκων πολιτικών, θα καθιερώσει τα δημοψηφίσματα κάνοντας πιο συμμετοχική τη λειτουργία του πολιτεύματος και θα θεσπίσει κανόνες διαφάνειας κι αξιοκρατίας στην πολιτική ζωή; Αναντίρρητα χρειαζόμαστε ρήξεις, τομές και μεταρρυθμίσεις, για να δημιουργηθούν προϋποθέσεις νέας προοπτικής για τη χώρα.