Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Το όνειρο που ξεθώριασε

Πριν από 20-25 χρόνια, με την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων και το άνοιγμα των συνόρων με τα γειτονικά κράτη, για την Ελλάδα παρουσιάστηκε μια ιστορική ευκαιρία αναβάθμισής της σε περιφερειακή δύναμη στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της ΝΑ Ευρώπης. Ηταν η μόνη χώρα στην περιοχή, μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, με σταθερούς δημοκρατικούς θεσμούς και σχετικά καλή οικονομική κατάσταση. Μπορούσε αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες και προβάλλοντας την ευρωπαϊκή προοπτική να αναδειχθεί σε παράγοντα ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή, λειτουργώντας με βάση τις αρχές του οικουμενικού ελληνισμού.
Η ίδια ιστορική ευκαιρία υπήρχε για τη Θεσσαλονίκη (ως πόλη χώρας της ΕΕ, κοντινή στις γειτονικές χώρες, με κάποιες υποδομές) που αποκτούσε πολιτιστική και οικονομική ενδοχώρα για να λειτουργεί, όπως λειτουργούσε για πολλούς αιώνες, ως σημαντικό πνευματικό και εμπορικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Επειδή η κεντρική εξουσία ολιγωρούσε, κάποιοι που δεν θέλαμε να χαθεί αυτή η ιστορική ευκαιρία προσπαθήσαμε να αξιοποιήσουμε ό,τι μπορούσε να αξιοποιηθεί. Ετσι με πρωτοβουλία του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, μετά από διετή προσπάθεια, το 1995 δημιουργήθηκε η «Ενωση Βαλκανικών Δικηγορικών Συλλόγων» με μόνιμη έδρα τη Θεσσαλονίκη, για την οποία υπήρξε απόφαση των βαλκανικών δικηγορικών συλλόγων (το 2006) να γίνει διεθνές κέντρο διαιτησίας για εμπορικές διαφορές, να γίνει κέντρο κατάρτισης δικηγόρων στο Κοινοτικό Δίκαιο κ.λπ. Λειτούργησε επιτυχώς για αρκετά χρόνια με συνέδρια σε βαλκανικές πόλεις και με φιλοξενία δεκάδων νέων νομικών κάθε χρόνο στη Θεσσαλονίκη, που παρακολουθούσαν σεμινάρια Κοινοτικού Δικαίου… Παράλληλα ιδρύθηκαν η «Ενωση οικονομικών πανεπιστημίων ΝΑ Ευρώπης», η «Ενωση ειδησεογραφικών πρακτορείων βαλκανικών χωρών», η «Ομοσπονδία δημοσιογραφικών οργανώσεων βαλκανικών χωρών», η «Διαβαλκανική κίνηση γυναικών», το «Δίκτυο βαλκανικών πόλεων» κ.ά., όλα με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Οι τελευταίες ενώσεις που δημιουργήθηκαν ήταν η «Ενωση θεάτρων ΝΑ Ευρώπης», πάλι με έδρα τη Θεσσαλονίκη, με στόχο κάθε 2 χρόνια να συναντώνται τα εθνικά θέατρα των Βαλκανίων με παραστάσεις αρχαίου δράματος (έγινε επιτυχώς το 2007 στη Θεσσαλονίκη τέτοια συνάντηση), που πιστεύαμε τότε ότι σηματοδοτούσε σημαντική ελληνική πολιτιστική παρουσία στην περιοχή, δεδομένου ότι άρχισαν να παρουσιάζονται συχνότερα παραστάσεις αρχαίου δράματος σε Βελιγράδι, Σόφια, Βουκουρέστι, Τίρανα κ.λπ. Μάλιστα στο ΚΘΒΕ τότε (2007-2010) επιδιώξαμε και υπογράφηκαν και σε διμερές επίπεδο πρωτόκολλα συνεργασίας του με τα εθνικά θέατρα γειτονικών χωρών, ενώ σε συνεργασία με το δήμο Θεσσαλονίκης στα «Δημήτρια» φιλοξενούνταν παραστάσεις εθνικών θεάτρων γειτονικών χωρών (2008, 2009).
Αυτές οι διαβαλκανικές ενώσεις συνέβαλαν, έστω και λίγο, στη γνωριμία των πολιτισμών της περιοχής, στην άμβλυνση των αντιθέσεων και στην ανάδειξη της Ελλάδας σε χώρα με πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή. Δυστυχώς με την πάροδο του χρόνου και την αλλαγή προσώπων (συντελούσης και της οικονομικής κρίσης) οι προσπάθειες ατόνησαν. Το όνειρο των πρωτεργατών να λειτουργεί η Θεσσαλονίκη ως σημαντικό πνευματικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής και ο ελληνισμός να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο ως παράγοντας ειρήνης και σταθερότητας - σημαιοφόρος της ευρωπαϊκής προοπτικής είναι ένα όνειρο που ξεθώριασε…
Δεν τα γράφω αυτά σήμερα για να κάνω μνημόσυνο για μια χαμένη ευκαιρία για τον ελληνισμό ούτε για να υπενθυμίσω τις ευθύνες της κεντρικής εξουσίας και κάποιων εκπροσώπων της Θεσσαλονίκης στην κεντρική εξουσία, αλλά για να υπενθυμίσω ότι οι γείτονες μας ήθελαν πρωταγωνιστές κι εμείς αρνηθήκαμε το ρόλο αυτόν... Θυμάμαι πάντα τον «Κλεάνθι Κότσι, πρόεδρο των δικηγόρων Αλβανίας, που έλεγε το 1995 στη Θεσσαλονίκη: «Εμείς είμαστε σαν μικρά παιδιά, πάρτε μας από το χέρι και οδηγήστε μας στο αύριο»…
Φυσικά δεν έχω καμιά ψευδαίσθηση ότι θα αλλάξει η μικροπολιτική και εσωστρεφής συμπεριφορά κάποιων αξιωματούχων της κεντρικής εξουσίας, αλλά εν όψει δημοτικών και περιφερειακών εκλογών θέλω να υπενθυμίσω σε όσους φιλοδοξούν να εκπροσωπήσουν την περιοχή ότι υπάρχουν κάποια ελάχιστα περιθώρια για ανάδειξη της Θεσσαλονίκης σε ένα σημαντικό εμπορικό και πνευματικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής και να προβληματιστούν για τη στρατηγική αξιοποίησής των.

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2014

Tι φταίει

Οι Ελληνες πολίτες παρακολουθούν τις αποκαλύψεις για τις προμήθειες που εισέπρατταν κάποιοι για τα εξοπλιστικά προγράμματα των ενόπλων δυνάμεων σαν να παρακολουθούν κινηματογραφική ταινία. Τρίβουν τα μάτια τους κι αναρωτιoύνται πώς είναι δυνατό να γίνονταν αυτά, πώς δεν τα αποκάλυψαν έγκαιρα τα ΜΜΕ, πώς είναι δυνατόν τα πολιτικά κόμματα να μην αντέδρασαν.
Επειδή πρέπει να λέμε μόνο αλήθειες, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι λίγο πολύ όλοι ήξεραν ή τουλάχιστον υποψιάζονταν, αλλά σιωπούσαν κάνοντας ότι δε βλέπουν ή λέγοντας κάποιοι (μεταξύ αυτών και πρώην πρωθυπουργός) ανοήτως «όποιος έχει στοιχεία να τα πάει στον εισαγγελέα».
Δυστυχώς το πολιτικό μας σύστημα στη μεταπολίτευση λειτουργούσε με βάση την αρχή να κάνουν όλοι ότι δε βλέπουν μέχρι που κάποιος «τρελός» δημοσιογράφος θα αποκάλυπτε κάτι ή το ίδιο το πολιτικό σύστημα θα θυσίαζε κάποιους για να εκτονωθεί το λαϊκό συναίσθημα…
Να υπενθυμίσω την υπόθεση Κοσκωτά, όπου όλοι ήξεραν ή υποψιάζονταν το τι γίνεται, αλλά απέφευγαν να μιλήσουν. Να θυμίσω ότι υπήρξε ένας μόνο βουλευτής της ΝΔ τότε που τόλμησε να κάνει ερώτηση στη Βουλή για την υπόθεση αυτή και κόντεψε να διαγραφεί από το κόμμα του. Ενδεικτικά ακόμη να θυμίσω ότι όταν με εισήγησή μου ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης το 2007 εξέδωσε ένα ψήφισμα καταγγελίας της όλης διαδικασίας ανταλλαγών στην υπόθεση Βατοπεδίου, πέτυχε μεν να διασώσει σημαντικές εκτάσεις του Δημοσίου στο Ν. Θεσσαλονίκης, αλλά δυστυχώς ήταν ο μόνος φορέας που διαμαρτυρήθηκε σε μια Θεσσαλονίκη που οι περισσότεροι έκαναν πως δεν έβλεπαν. Να υπενθυμίσω ακόμη ότι την περίοδο του Χρηματιστηρίου έβγαινε στα ΜΜΕ ο αρμόδιος υπουργός κι έλεγε ότι η άνοδός του αντικατοπτρίζει το δυναμισμό της ελληνικής οικονομίας, με αποτέλεσμα να λεηλατηθούν οι οικονομίες του απλού πολίτη. Τέλος να θυμίσω ότι οι αρχηγοί κομμάτων τοποθετούσαν και τοποθετούν στα ψηφοδέλτιά τους και υποψήφιους που έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τη Δικαιοσύνη και πρόσωπα αμφιλεγόμενου ήθους.
Βεβαίως υπήρξαν και υπάρχουν τίμιοι πολιτικοί που σεβάσθηκαν το δημόσιο χρήμα. Δε φτάνει αυτό όμως... Θα προσέφεραν υπηρεσία στην πατρίδα, αν έλεγαν στους αρχηγούς τους ότι δε δέχονται να είναι συνυποψήφιοι με πρόσωπα αμφιβόλου ήθους. Θα προσέφεραν, αν διαμαρτύρονταν κάποια φορά για το καρκίνωμα της οικογενειοκρατίας και για τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού με κομματικές μετριότητες και ανίκανους υποτακτικούς υπουργών, με αποτέλεσμα να είναι αναποτελεσματικός.
Ο Τζον Κένεντι πριν εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ είχε γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Η σκιαγραφία των γενναίων». Σε αυτό βιογραφεί 8 Αμερικανούς πολιτικούς που σε κάποια φάση της πολιτικής τους ζωής, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, χρειάστηκε να πάρουν κάποια γενναία απόφαση κόντρα στα κόμματά τους αλλά και στην κοινή γνώμη. Οπως γράφει, κάποιοι δικαιώθηκαν αλλά και κάποιοι καταστράφηκαν πολιτικά, αλλά λέει ότι με το θάρρος τους άφησαν καλή κληρονομιά σε κάθε Αμερικανό πολίτη και ανύψωσαν την ποιότητα του πολιτεύματος… Δυστυχώς στη χώρα μας αυτό το θάρρος έλειψε από τον πολιτικό κόσμο, που έπαιρνε αποφάσεις με βάση μόνο τις δημοσκοπήσεις, ενώ αρκετοί από τους πολιτικούς μας μπέρδευαν το νόμιμο με το ηθικό και υπήρξαν ατομικά έντιμοι πρωθυπουργοί, που δυστυχώς κάλυψαν ηθικά κατακριτέα συμπεριφορά υπουργών.
Τα όσα συμβαίνουν σήμερα νομοτελειακά θα συνέβαιναν, γιατί για πολλά χρόνια υπήρξε ανοχή σε τέτοια φαινόμενα... Ακόμη κι εμείς οι πολίτες δεν λειτουργήσαμε ως ενεργοί πολίτες, ανεχθήκαμε την οικογενειοκρατία και αναδείξαμε ως εκπροσώπους μας ασήμαντες μετριότητες, υποτακτικούς της διαπλοκής και κάποιους που συνωστίζονταν στην αυλή της Siemens για να πάρουν «χορηγίες»....
Το πολιτικό μας σύστημα με τον τρόπο που λειτουργούσε κακό σπόρο έσπερνε και φυσικά σήμερα καρκινώματα θερίζει… Για να αλλάξουν τα πράγματα πρωτίστως πρέπει να αλλάξουμε εμείς. Να αντιμετωπίζουμε σαν προσωπική μας υπόθεση ό,τι γίνεται στη δημόσια ζωή, αναζητώντας ως εκπροσώπους μας πρόσωπα με ήθος, επαγγελματική καταξίωση και θάρρος να λένε και «όχι», όταν πρέπει.
 
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΑΡΟΥΦΑ δικηγόρου, πρώην προέδρου του ΔΣΘ