Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Σύμβολο βαλκανικής φιλίας και συνεργασίας

Αφορμή για το σημερινό σημείωμα είναι η είδηση (πέρασε σχεδόν απαρατήρητη στα ελληνικά ΜΜΕ) ότι τις προσεχείς μέρες με επίκεντρο τον πύργο «Νεμπόιτσα» θα γίνουν στο Βελιγράδι πολιτιστικές εκδηλώσεις με αφορμή την επέτειο του μαρτυρικού θανάτου του Ρήγα Φεραίου.
Ο Ρήγας Φεραίος αναντίρρητα υπήρξε εθναπόστολος του ελληνισμού αλλά ταυτόχρονα το όραμά του εκδηλώθηκε σε πολλά επίπεδα και απέβλεπε στην χειραφέτηση των λαών των Βαλκανίων, ενώ στόχευε πέρα από την εθνική απελευθέρωση στην πολιτική και οικονομική απελευθέρωση, στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την συμβίωση πολλών εθνών σε ένα μεγάλο κράτος με πολίτευμα βασισμένο στις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Ρήγας έλαβε υπόψη την υφιστάμενη πραγματικότητα, δηλαδή το γεγονός ότι οι λαοί των Βαλκανίων δεν κατοικούσαν σε περιοχές με σαφή γεωγραφικό διαχωρισμό, ότι όλοι θέλαν αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού κι ότι οι ηγετικές τάξεις όλων είχαν ελληνική παιδεία. Γι' αυτό οραματίστηκε αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού με επανάσταση των βαλκανικών λαών, τη δημιουργία πολυεθνικού κράτους που θα λειτουργούσε δημοκρατικά με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και με ελληνικό χαρακτήρα. Ο ελληνικός χαρακτήρας που έδινε εξηγείται από το γεγονός ότι σε όλο των χώρο των Βαλκανίων υπήρχαν διάσπαρτες ελληνικές κοινότητες, ελληνικά κυρίως ήταν τα σχολεία και τυπογραφεία, στα χέρια των Ελλήνων ήταν το εμπόριο και όλες οι ηγετικές τάξεις των βαλκανικών λαών γνώριζαν την ελληνική γλώσσα, η οποία τηρουμένων των αναλογιών ήταν όπως η αγγλική σήμερα, δηλαδή γλώσσα εργασίας στα Βαλκάνια.
Το όραμα του Ρήγα είναι γνωστό και γι' αυτό ο ίδιος θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σύμβολο βαλκανικής φιλίας και συνεργασίας. Τον Οκτώβριο του 2005 με την ευκαιρία νομικού συνεδρίου στο Βελιγράδι συζητήσαμε με τον πρόεδρο και μέλη του δ.σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Βελιγραδίου την σκέψη να αναδείξουμε τον Ρήγα σε σύμβολο βαλκανικής συνεργασίας και κάθε χρόνο να γίνεται ένα συνέδριο στο Βελιγράδι για θέματα βαλκανικής φιλίας και συνεργασίας με συμμετοχή του νομικού κόσμου από όλα τα Βαλκάνια. Οι συνάδελφοι του Βελιγραδίου το δέχθηκαν καταρχήν, μας υποσχέθηκαν στήριξη ο τότε αντιπρόεδρος της Βουλής Γ. Σούρλας (καταγόμενος από Βελεστίνο) και η τότε πρόεδρος της Βουλής Αννα Ψαρούδα-Μπενάκη (συνέβαλε τότε η Ελληνική Βουλή στην αναστύλωση του πύργου «Νεμπόιτσα») αλλά δεν υλοποιήθηκε λόγω εσωτερικών προβλημάτων στον Δικηγορικό Σύλλογο Βελιγραδίου. Την εποχή που ήμουν πρόεδρος του ΚΘΒΕ είχαμε υπογράψει πρωτόκολλα συνεργασίας με όλα τα εθνικά θέατρα των Βαλκανίων και στο πλαίσιο αυτό το Μάιο του 2009, αν θυμάμαι καλά, είχα μια συνάντηση στο σερβικό προξενείο στη Θεσσαλονίκη με τον τότε υπουργό Πολιτισμού της Σερβίας Neboisa Bradic όπου μιλήσαμε και για διοργάνωση κάθε χρόνου στον Πύργο «Νεμπόιτσα» κύκλου πολυθεματικών εκδηλώσεων με θεατρικές παραστάσεις, συνέδρια κ.λπ. που θα συμβάλλουν στην προβολή της ιδέας της βαλκανικής φιλίας και συνεργασίας, που δεν προχώρησε όμως κυρίως λόγω της επελθούσης οικονομικής κρίσης.
Χαίρομαι που έμπρακτα τιμάται η μνήμη του Ρήγα στον πύργο «Νεμπόιτσα» όπου θανατώθηκε. Εύχομαι όμως να διευρυνθεί ο κύκλος των εκδηλώσεων με συμμετοχή ατόμων και φορέων από όλα τα Βαλκάνια, για να καταστεί ο Ρήγας σύμβολο για τη βαλκανική φιλία και συνεργασία, γιατί όπως έγραψε ο Σέρβος ποιητής Βοϊσλάβ Ιλιτς:

«Μαντατοφόρος έγινε και σ΄ όλα τα Βαλκάνια
για τους λαούς προμήνυσε μια άγια αυγή απ΄τα ουράνια,
όπου θα πέσουν τα παλιά παλάτια και θα γίνει
Νέο ξεκίνημα στην ποθητή ειρήνη».


ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΑΡΟΥΦΑ
δικηγόρου, πρώην προέδρου του ΔΣΘ

Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

Η Ελληνική γλώσσα στα Βαλκάνια


Μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στις γειτονικές βαλκανικές χώρες από το 1990 παρουσιάσθηκε για τη χώρα μας μια ιστορική ευκαιρία να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή βοηθώντας για την θέσπιση και λειτουργία δημοκρατικών θεσμών στις γειτονικές χώρες, προωθώντας την ιδέα της βαλκανικής συνεργασίας(1) με ταυτόχρονη προβολή της Ευρωπαϊκής προοπτικής. Η Ελλάδα ήταν ήδη μέλος της Ε.Ε και του ΝΑΤΟ, με υψηλό βιοτικό επίπεδο και σταθερούς δημοκρατικούς θεσμούς και οι επιστημονικές τάξεις των γειτονικών χωρών σαν ηλιοτρόπια έγερναν προς τη χώρα μας. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στην ιδρυτική συνέλευση της «Ένωσης Βαλκανικών Δικηγορικών Συλλόγων» που έγινε τον Ιούνιο του 1995 στην Θεσσαλονίκη την ομιλία του προέδρου του δευτεροβαθμίου δικηγορικού συλλόγου Αλβανίας Κλεάνθη Κότσι που έλεγε «εμείς είμαστε σαν παιδιά 5-6 χρονών. Πάρτε μας από το χέρι να μας δείξετε τον δρόμο».
Αυτή την εποχή υπήρχε και έντονο ενδιαφέρον στις γειτονικές χώρες για εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας. Για να γίνω κατανοητός ενδεικτικά μόνο θα αναφέρω στοιχεία που περιέχονται σε παλιότερο άρθρο της Στόϊνας Πορομάνσκα, καθηγήτριας του τμήματος Νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Σόφιας σύμφωνα με το οποίο κάθε χρόνο πάνω από 2.500 νέοι στη Βουλγαρία συναγωνίζονται για να εισαχθούν στο τμήμα Νεοελληνικής Φιλολογίας του Παν/μίου της Σόφιας που ιδρύθηκε το 1993 και όπου τελικά εισάγονται μόνο 25 άτομα.(το 1996/97 οι υποψήφιοι ήταν 2.055,το 1997/98 2.900,το1999/00 2.385,το 2000/2001 2.519,το 2002/2003 2.682. Για το αντίστοιχο τμήμα Αγγλικής φιλολογίας στο ίδιο Πανεπιστήμιο οι υποψήφιοι είναι κάθε χρόνο περίπου 800-900,δηλαδή σχεδόν το 1/3 των υποψηφίων για την Ελληνική φιλολογία.
Η είδηση επιβεβαιώνει αυτό που κατ’ επανάληψη έχει διαπιστωθεί και για Βουλγαρία και για FYROM και για Αλβανία, ότι δηλαδή οι γείτονες διψούν για εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας και για άλλους λόγους αλλά και για να διεκδικήσουν οι νέοι των χωρών αυτών μια θέση εργασίας στις χιλιάδες Ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα Βαλκάνια.
Δυστυχώς οι κάθε λογής αρμόδιοι στη χώρα μας δεν είχαν όραμα και δεν φρόντισαν να αξιοποιηθούν οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή. Στις βόρειες γειτονικές χώρες υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες πολίτες Ελληνικής καταγωγής που μιλούν μόνο προφορικά την Ελληνική γλώσσα και θα ήθελαν να την μάθουν καλύτερα ενώ παράλληλα εκατομμύρια πολιτών από αυτές τις χώρες θα ήθελαν να μάθουν Ελληνικά κυρίως για να αναζητήσουν εργασία στις Ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιήθηκαν στις χώρες αυτές μετά το 1990 και οι οποίες σε διευθυντικές θέσεις τουλάχιστον αναζητούν στελέχη από την τοπική αγορά με επιθυμητό προσόν και τη γνώση της Ελληνικής γλώσσας. Γι αυτό κι΄ όσοι νέοι από αυτές τις χώρες είχαν έλθει για σπουδές σε Ελληνικά ΑΕΙ μετά το 1990 ήδη εργάζονται στις χώρες τους ως διευθυντικά στελέχη των επιχειρήσεων Ελληνικών συμφερόντων(3).
Όλες οι Ελληνικές κυβερνήσεις μοιρολατρικά παρακολούθησαν τις εξελίξεις και ελλείψει οράματος και πολιτικής βούλησης από όσους άσκησαν εξουσία, πέρασαν τόσα χρόνια χωρίς να δημιουργηθεί κάτι αντίστοιχο του Ινστιτούτου Γκαίτε, η του Γαλλικού Ινστιτούτου που να ιδρύσει κέντρα διδασκαλίας Ελληνικής γλώσσας στις γειτονικές χώρες που θα είχε ως αποτέλεσμα να καταστεί σε κάποιο βαθμό η Ελληνική γλώσσα βαθμιαία γλώσσα εργασίας της περιοχής όπως την εποχή του Ρήγα Φεραίου και να ακτινοβολεί ο Ελληνισμός. Βεβαίως υπάρχουν κάποια φροντιστήρια Ελληνικής γλώσσας (π.χ. στο Μοναστήρι των Σκοπίων υπάρχουν 3 φροντιστήρια Ελληνικής γλώσσας) σε όλες τις χώρες που στηρίζουν και κάποιοι φορείς σωματειακής μορφής από την Ελλάδα αλλά όσο κι αν είναι αξιέπαινη η προσπάθεια αυτή δεν μπορεί να καλύψει το κενό ενώ θα έπρεπε να υπάρχει και πρόγραμμα χορήγησης υποτροφιών για μεταπτυχιακές σπουδές πτυχιούχων ΑΕΙ από αυτές τις χώρες σε Ελληνικά ΑΕΙ. Εμείς αντί αυτού, ακόμη και σε μερικές δεκάδες νέων ομογενών Σαρακατσάνων από τη Βουλγαρία που ήλθαν για σπουδές στο ΑΠΘ ζητήσαμε δίδακτρα… ελλείψει νομοθετικής ρύθμισης.
Τα ανωτέρω αποτελούν μια πτυχή μόνο της ιστορικής ευκαιρίας που παρουσιάσθηκε για τον Ελληνισμό μετά το 1990 αλλά χάθηκε αναξιοποίητη με ευθύνη του πολιτικού κόσμου.
Το θλιβερό είναι ότι η χώρα μας εδώ και 5 χρόνια είναι απούσα και δεν παρακολουθεί τις εξελίξεις στα Βαλκάνια ενώ το κενό καλύπτεται μεθοδικά από την Τουρκία. Γνωρίζοντας τη Βαλκανική πραγματικότητα και διατηρώντας πλέγμα φιλικών σχέσεων με τον επιστημονικό κόσμο σε αρκετές βαλκανικές χώρες νομίζω πως μετά το εγκληματικό λάθος της μη αξιοποίησης της ιστορικής ευκαιρίας να αναδειχθεί σε πρωταγωνιστικό ρόλο η χώρα μας στην περιοχή, τώρα με την απουσία της από τις εξελίξεις διαπράττει δεύτερο λάθος γιατί το κενό καλύπτεται από την Τουρκία και σύντομα θα αντιμετωπίσουμε προβλήματα και σε αυτή την περιοχή. Γι΄ αυτό επιβάλλεται η παρουσία μας στην περιοχή και η χάραξη βαλκανικής πολιτικής με όραμα, με την χώρα μας να λειτουργεί ως παράγοντας ειρήνης και σταθερότητας με προβολή της Ευρωπαϊκής προοπτικής αλλά και στήριξη και αξιοποίηση των διαβαλκανικών ενώσεων που δημιουργήθηκαν πριν 15-20 χρόνια με έδρα την Θεσσαλονίκη και είχαν συμβάλλει σε κάποια άμβλυνση αντιθέσεων με την επαφή και συνεργασία επιστημονικών φορέων από Βαλκανικές χώρες.


Σημειώσεις:
1) Για τα αποτελέσματα προσπαθειών βαλκανικής συνεργασίας βλ.Δημήτρη Γαρούφα «Με το βλέμμα στο μέλλον» εκδ. ΙΑΝΟΣ 2014 σελ.145-156
2) βλ. περιοδικό του ΟΔΕΓ «Ελληνική Διεθνής γλώσσα» τ.Ζ ,τ.8, σελ.408
3) μετά το 1990 ήρθαν για σπουδές σε Ελληνικά ΑΕΙ δεκάδες παιδιά Σαρακατσάνων από Βουλγαρία και αρκετά από αυτά μετά τις σπουδές τους επέστρεψαν και εργάζονται ως διευθυντικά στελέχη επιχειρήσεων.

Ο Δημήτρης Γαρούφας είναι δικηγόρος-συγγραφέας, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Ανάγκη για ρήξεις και μεταρρυθμίσεις

Στις 20 Ιουλίου 1928 μίλησε σε προεκλογική συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη ο Ελευθέριος Βενιζέλος ο οποίος επί λέξει είπε: «Πρώτιστη μέριμνα της κυβερνήσεώς μου, εάν τύχει της εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού, θα είναι η πραγματοποίησις όλων των δυνατών οικονομιών εις τας δαπάνας του προϋπολογισμού κυρίως με την μείωσιν της πληθώρας των δημοσίων υπαλλήλων…». Η ομιλία του δημοσιεύθηκε την επόμενη μέρα 21-7-1928 στο «Ελεύθερον Βήμα» και περιέχεται στον τόμο Γ΄ με «κείμενα Ελευθερίου Βενιζέλου», εκδ. Λέσχης Φιλελευθέρων.
Το ανέφερα αυτό για να επισημάνω ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν μεγάλος πολιτικός, ο μεγαλύτερος μετά τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, γιατί είχε το θάρρος να λέει και προεκλογικά την αλήθεια στους πολίτες και να δηλώνει πως όχι μόνο δεν θα δώσει παροχές αλλά και θα μειώσει τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων κι ότι η μείωση αυτή θα συνεχισθεί για χρόνια. Δυστυχώς το παράδειγμά του δεν μιμήθηκαν οι μετά το 1974 Ελληνες πολιτικοί που (με ελάχιστες εξαιρέσεις) συνήθιζαν να κολακεύουν τον ελληνικό λαό και να τον εκμαυλίζουν υποσχόμενοι προεκλογικά περισσότερους διορισμούς στο Δημόσιο και περισσότερα επιδόματα του τύπου «έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία».
Επισημαίνω ότι πολλά από τα δεινά της χώρας μας οφείλονται στην έλλειψη θάρρους των πολιτικών της μεταπολίτευσης να πουν την αλήθεια στους πολίτες και να κάνουν αυτό που επέβαλλε το δημόσιο συμφέρον. Δεν είχαν το θάρρος (με λίγες εξαιρέσεις) να πουν την αλήθεια και υπερχρέωναν τη χώρα κολακεύοντας τις αδυναμίες των πολιτών. Δεν είχαν το ανάστημα να λειτουργήσουν για τις μελλοντικές γενιές, γιατί τους απασχολούσε κυρίως η επανεκλογή τους. Δεν είχαν το θάρρος να πουν «όχι» σε πολίτες που τους πίεζαν για ρουσφέτια κι έτσι διόγκωσαν το Δημόσιο, ενώ διπλασίασαν ακόμη και το προσωπικό της Βουλής διορίζοντας χωρίς ντροπή συγγενείς και συνεργάτες τους. Δεν είχαν το θάρρος να συγκρουστούν με κατεστημένα οικονομικά συμφέροντα κι έτσι επέτρεψαν σε ξένες εταιρίες (Siemens κ.λπ.) ή οικονομικούς παράγοντες να «επηρεάζουν» την πολιτική ζωή της χώρας. Δεν είχαν το θάρρος να παραμερίσουν την κομματική νομενκλατούρα και να αναζητήσουν τους καλύτερους Ελληνες για στελέχωση του κρατικού μηχανισμού για να λειτουργεί αποτελεσματικά, ενώ με θεσμική δύναμη και άθλιες μεθοδεύσεις, προδίδοντας το δημόσιο συμφέρον, επέβαλλαν στην πολιτική ζωή και σε δημόσια αξιώματα ανίκανους συγγενείς τους ίσως για να αποκτήσουν κάποιο επάγγελμα.
Ξέρω ότι κάποιοι που διαβάζουν αυτές τις γραμμές στενοχωρούνται, αλλά σήμερα στην Ελλάδα οι περιστάσεις επιβάλλουν να λέμε μόνο αλήθειες με όποιο κόστος. Και είναι αλήθεια ότι έχουμε ανάγκη πολιτικών που με θάρρος θα λένε την αλήθεια, και αντί να κολακεύουν τις αδυναμίες των πολιτών θα τολμήσουν να προχωρήσουν σε ρήξεις και τομές με κατεστημένες νοοτροπίες και να υλοποιήσουν τις πραγματικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα. Και ανεξάρτητα από τις υποδείξεις των «δανειστών», φυσικά δεν αποτελεί μεταρρύθμιση η επιβολή νέων φόρων, αλλά μεταρρύθμιση θα ήταν η δημιουργία των προϋποθέσεων για ανάκαμψη, η εκπόνηση και υλοποίηση ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδίου που θα στηρίζεται στην αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας. Μεταρρύθμιση ακόμη θα ήταν η στελέχωση του κρατικού μηχανισμού με αξιοκρατικά κριτήρια με παραμερισμό των μετριοτήτων του κομματικού σωλήνα και ο περιορισμός της οικογενειοκρατίας που ακριβά την πλήρωσε η Ελλάδα. Η Ελλάδα σήμερα πρωτίστως έχει άμεση ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας του πολιτικού προσωπικού και υλοποίησης πραγματικών μεταρρυθμίσεων που μπορεί να της δώσουν «φιλί ζωής» δημιουργώντας τις προϋποθέσεις ανάπτυξης.

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΑΡΟΥΦΑ
δικηγόρου, πρώην προέδρου του ΔΣΘ

Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

Να αλλάξουμε νοοτροπία

Το έχουμε ξαναγράψει αλλά επιβάλλεται να επανέλθουμε: Αν κάποιος από τρίτη χώρα παρακολουθήσει την δραστηριότητα του πολιτικού κόσμου στη χώρα μας θα νομίσει ότι η Ελλάδα είναι κράτος δημοσίων υπαλλήλων. Γι' αυτό συχνά πυκνά τα τελευταία 5 χρόνια γίνονται δηλώσεις υπουργών κι ερωτήσεις στη Βουλή για τις περικοπές μισθών στους εργαζόμενους στον στενό πυρήνα του Δημοσίου, για τις αυξήσεις που πρέπει να δοθούν σε αμειβόμενους με ειδικά μισθολόγια, αλλά σπάνια θυμούνται το δράμα των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, που πέρα από περικοπές αποδοχών ζουν καθημερινά με το φόβο της ανεργίας και δεν ξέρουν τι θα ξημερώσει αύριο. Κανείς δεν μιλά για το γεγονός ότι ο μικροεπαγγελματίας πληρώνει 26% φόρο από το πρώτο ευρώ για τα ελάχιστα εισοδήματά του, και κανείς δεν μιλά ακόμη για τις χιλιάδες νέων επιστημόνων που λόγω οικονομικής αδυναμίας μετέφεραν τα γραφεία τους στα σπίτια τους.
Ο πολιτικός μας κόσμος δείχνει δέσμιος της νοοτροπίας του μεγάλου δημόσιου τομέα, ίσως για να μπορούν να διορίζουν την «κομματική πελατεία», και με νοσταλγία της εποχής που θέσπιζαν επιδόματα του τύπου «έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία». Η κρίση άλλαξε τα δεδομένα κι έπρεπε να μειωθεί ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων, να αρχίσει αξιολόγηση αλλά και να περικοπούν προκλητικά προνόμια που δόθηκαν σε κάποιες κατηγορίες υπαλλήλων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά η προσαρμογή δείχνει δύσκολη γι΄ αυτό κι εξακολουθούμε ακόμη στο Κοινοβούλιό μας να έχουμε τουλάχιστον διπλάσιους υπαλλήλους από όσους έχει το γερμανικό Κοινοβούλιο.
Η κρίση απέδειξε ακόμη ότι έχει αλλάξει η ψυχολογία και των Ελλήνων που «έχουν και κατέχουν». Υπενθυμίζω ότι πριν 100 χρόνια οι πλούσιοι ομογενείς έκαναν δωρεές στο ελληνικό κράτος κι έτσι π.χ. αποκτήθηκε το θωρηκτό «Αβέρωφ» που εξασφάλισε κυριαρχία της Ελλάδας στο Αιγαίο την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων. Σήμερα οι «έχοντες και κατέχοντες» αντί δωρεών διοργανώνουν παρακμιακά «πάρτι» στη Μύκονο και αναζητούν φορολογικούς παραδείσους να «ασφαλίσουν» τα χρήματά τους, ενώ το παράδειγμά τους ακολουθούν και κάποιοι πολιτικοί. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η ανασκαφή του τύμβου της Αμφίπολης, που απασχόλησε την παγκόσμια κοινή γνώμη, ουσιαστικά σταμάτησε από το υπουργείο Πολιτισμού για οικονομικούς λόγους. Δεν θα έπρεπε να προσφερθεί κάποιος εφοπλιστής να αναλάβει το κόστος ως χορηγός;
Δυστυχώς η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Υπάρχει γενικότερη κρίση θεσμών κι αξιών στη χώρα με το Σύνταγμα να παραβιάζεται καθημερινά (το λέει σε βιβλίο του και τ. πρόεδρος του ΑΠ) κι αν θέλουμε να βελτιωθεί η κατάσταση πρωτίστως επιβάλλεται να αλλάξουμε όλοι μας νοοτροπία. Με τη χώρα να ζει σε τέλμα θα έπρεπε πρωτίστως οι ηγέτες μας, αλλάζοντας νοοτροπία, αντί να στελεχώνουν τον κρατικό μηχανισμό με «κουμπάρους» υπουργών ή μετριότητες του κομματικού σωλήνα να αναζητήσουν και επιστρατεύσουν τους καλύτερους Ελληνες για να γίνει αποτελεσματικός. Παράλληλα να συνειδητοποιήσουν ότι η ανάπτυξη θα έλθει από τον ιδιωτικό τομέα γι΄ αυτό οφείλουν να στηρίξουν την επιχειρηματικότητα προχωρώντας άμεσα στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα για να ξεφύγει από το τέλμα, με ταυτόχρονη εκπόνηση και υλοποίηση αναπτυξιακού προγράμματος που θα δημιουργεί προϋποθέσεις προσέλκυσης επενδύσεων με αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας.
Τέλος πρέπει να αλλάξουμε νοοτροπία κι εμείς οι πολίτες. Οφείλουμε να λειτουργούμε καθημερινά ως ενεργοί πολίτες αντιμετωπίζοντας ως προσωπική μας υπόθεση ό,τι γίνεται γιατί μόνο έτσι μπορούμε να δημιουργήσουμε νέα προοπτική για τη χώρα.


ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΑΡΟΥΦΑ
δικηγόρου, πρώην προέδρου του ΔΣΘ

Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

Για ποιους το νόμιμο δεν είναι πάντα ηθικό

Τα τελευταία χρόνια επαναλαμβάνονται οι συζητήσεις για τις έννοιες του νομίμου και του ηθικού με αφορμή παραβατικές συμπεριφορές πολιτικών που πλήγωσαν το λαϊκό αίσθημα με συγκεκριμένες ενέργειες, που μπορεί μεν να μην παραβίαζαν ρητά νομικές διατάξεις αλλά σαφώς παραβίαζαν τους ηθικούς κανόνες που πρέπει να διέπουν την συμπεριφορά αυτών που θέλουν να εκπροσωπούν τους πολίτες. Δυστυχώς τη διάκριση αυτή συχνά (μάλλον ηθελημένα) την ξεχνούν κάποιοι ηγέτες αλλά και κάποιοι δημοσιογράφοι που θα έπρεπε να λειτουργούν ως θεματοφύλακες αξιών. Το αναφέρω αυτό γιατί πρόσφατα είδα σε εφημερίδα σχόλιο δημοσιογράφου για δικαστική δικαίωση κάποιου πολιτικού που νομότυπα δεν εκπλήρωνε υποχρεώσεις προς την πολιτεία χωρίς να καταλαβαίνει ο δημοσιογράφος ότι ο συγκεκριμένος πολιτικός παραβίασε προκλητικά το «ηθικό», δηλαδή τους κανόνες που πρέπει να διέπουν την συμπεριφορά κάποιου που φιλοδοξεί να εκπροσωπεί τους πολίτες.
Για να γίνει κατανοητή η διάκριση νομίμου και ηθικού υπενθυμίζω τον επιτάφιο λόγο του Περικλέους που λέγει (σε μετ. Ε. Βενιζέλου): «εις τον δημόσιον μας βίον αποφεύγομεν την παρανομίαν, από ευλάβειαν προ πάντων προς τας επιταγάς των εκάστοτε αρχόντων και των νόμων, εκείνων ιδίως εξ αυτών, όσοι έχουν τεθεί είτε προς υπεράσπισιν των αδικουμένων, είτε μολονότι άγραφοι, φέρουν αναμφισβήτητον όνειδος εις τους παραβάτας των».
Η αρχή της συμμόρφωσης όχι μόνο απέναντι στους νόμους αλλά και σε άγραφους νόμους, δηλαδή σε ηθικούς κανόνες που εξασφαλίζουν την διαφάνεια στη λήψη αποφάσεων και κάνουν αξιόπιστους τους θεσμούς, χαρακτηρίζει σε κάθε εποχή το επίπεδο της πολιτικής ζωής κάθε χώρας. Οι κατέχοντες δημόσια αξιώματα πρέπει να λειτουργούν «ως λυχνία επί όρους κειμένη» για να εξυψώνεται η κοινωνία, να υπάρχει υψηλό ήθος και απόλυτη διαφάνεια στην πολιτική ζωή με ταύτιση λόγων και έργων… Αυτή την αρχή συχνά την ξεχνούν αξιωματούχοι σε διάφορα επίπεδα με επακόλουθο τον τραυματισμό της αξιοπιστίας των αλλά και της αξιοπιστίας των θεσμών που υπηρετούν και εκπροσωπούν και φυσικά αυτή την αρχή την παραβίασαν κατάφωρα όσοι από τους πολιτικούς μας ενεπλάκησαν σε σκάνδαλα (υπόθεση Χρηματιστηρίου, Βατοπεδίου, SIEMENS κλπ..) κι έφτασαν στο σημείο να αποδέχονται ακόμα και «λεμονοστίφτες» από την SIEMENS λειτουργώντας κατά κάποιο τρόπο ως υπάλληλοί της…
Ο Τζων Κέννεντυ στο θαυμάσιο βιβλίο του με τίτλο «Η σκιαγραφία των γενναίων», που έγραψε μερικά χρόνια πριν εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ, παρουσιάζει την προσωπικότητα οκτώ Αμερικανών Γερουσιαστών που σε κάποια φάση της πολιτικής τους ζωής έπρεπε να πάρουν κάποια δύσκολη απόφαση και οι οποίοι χωρίς να υπολογίσουν το πολιτικό κόστος πήραν απόφαση κόντρα στο λαϊκό ρεύμα με αποτέλεσμα και την πολιτική καταστροφή μερικών εξ΄ αυτών. Υμνώντας το θάρρος αυτών των πολιτικών, που είπαν το μεγάλο ΟΧΙ, μη υπολογίζοντας το προσωπικό τους κόστος, στην εισαγωγή διαπιστώνει: «στα ιδιωτικά επαγγέλματα όπως π.χ. στη βιομηχανία, το άτομο έχει το δικαίωμα να προωθεί τα ατομικά του συμφέροντα μέσα στα πλαίσια του νόμου, για να φθάσει στην καθολική επιτυχία. Αλλά στον δημόσιο βίο απαιτούμε από το άτομο να θυσιάζει τα ατομικά του συμφέροντα για το γενικότερο καλό».
Είναι σκληρό αλλά όποιος φιλοδοξεί να υπηρετήσει τον πολίτη προσφέρει πραγματικά μόνο όταν σέβεται πέρα από τους νόμους και κάποιους ηθικούς κανόνες. Γιατί πρέπει να ξέρει ότι πέρα από τους νόμους που ισχύουν για τους κοινούς πολίτες αυτόν θα τον δεσμεύουν και κάποιοι άλλοι ηθικοί κανόνες. Γιατί αυτός πρέπει να λειτουργεί ως πρότυπο, ως «λυχνία επί όρους κειμένη» που με το παράδειγμά του μπορεί να εμπνεύσει και να συνεγείρει τους πολίτες σε αγώνες για τη σωτηρία της χώρας τους. Και κυρίως να ξέρει ότι συμβάλλει στην αξιοπιστία των θεσμών αν έχει θάρρος, αν έχει έτοιμο μέσα του να πει το μεγάλο όχι όταν χρειαστεί, με όποιο κόστος.

Ο Δημήτρης Γαρούφας είναι δικηγόρος - πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Τότε και τώρα

Πριν 3 χρόνια, με την συμπλήρωση 100 χρόνων από τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 και την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας, μου ζητήθηκε από φορέα της Θεσσαλονίκης να κάνω κάποια ομιλία με σύγκριση του τότε με το σήμερα και ανάλυση των μηνυμάτων της ιστορίας.
Ψάχνοντας παλιά αρχεία και τις εφημερίδες της εποχής διαπίστωσα πως το Ελληνικό κράτος έχει υποβαθμίσει απαραδέκτως την περίοδο μετά. το 1910 και των Βαλκανικών πολέμων. Δεν αναφέρομαι μόνο στο γεγονός ότι το 1912 διπλασιάστηκε η Ελλάδα αλλά και στο γεγονός ότι την περίοδο 1910-1912, μέσα σε 2 χρόνια, εκσυγχρονίστηκαν οι θεσμοί κι έγινε σύγχρονο κράτος και μάλιστα δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τότε απέκτησε την εικόνα σύγχρονου, δημοκρατικού κράτους.
Από αυτή την στήλη δεν μπορούμε να πούμε πολλά αλλά το έτος 1912 αποτελεί πραγματικό ορόσημο για την Ελληνική ιστορία γιατί αυτή τη χρονιά η Ελλάδα διπλασιάστηκε γεωγραφικά και πληθυσμιακά κι έτσι η μέχρι τότε ανυπολόγιστη Ελλάδα έγινε πλέον μεγάλο-υπολογίσιμο κράτος.
Για να φτάσουμε σ΄ αυτή την Ελλάδα χρειάστηκε να προηγηθεί η στρατιωτική επανάσταση το 1909 που σάρωσε τον παλαιοκομματισμό αλλά και η μετάκληση από την Κρήτη του Ελ. Βενιζέλου που οδήγησε σε ανόρθωση της χώρας. Ο Σ. Μαρκεζίνης στην πολιτική του ιστορία (τόμος 3 σελ. 246) αναφέρει ότι το 1911 ο προϋπολογισμός της Ελλάδας είχε έσοδα 142.519.218 δρχ. και έξοδα 130.638.154 δρχ., ενώ και το 1914 μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και τον διπλασιασμό της Ελλάδας ο προϋπολογισμός ανέφερε έσοδα 567.147.742 δρχ. και έξοδα 555.260.269 δρχ. Δηλαδή ακόμη και την πολεμική περίοδο, με πολεμικές δαπάνες, η τότε Ελλάδα είχε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς.
Αλλά τότε η Ελλάδα ήταν ενωμένη και είχε άξια ηγεσία με αρχιστράτηγο τον διάδοχο Κων/νο και πρωθυπουργό τον Ε. Βενιζέλο, ηγέτη μεγάλου βεληνεκούς που μιλούσε σαν ίσος προς ίσο με τους ηγέτες των μεγάλων χωρών, ο οποίος μιλώντας στις 5-10-1912 στο Φάληρο στα πληρώματα των πολεμικών μας πλοίων τους είπε: «Η πατρίς αξιοί από υμάς, όχι απλώς να αποθάνητε υπέρ αυτής. Αυτό θα ήταν το ολιγώτερον. Αξιοί να νικήσετε. Και δια τούτο έκαστος εξ΄ ημών και θνήσκων ακόμη, μίαν μόνον σκέψιν πρέπει να έχει. πως να εντείνει τας δυνάμεις του μέχρι της τελευταίας πνοής όπως οι εναπομείναντες νικήσωσι..»
Μελαγχολεί κάποιος όταν διαβάζει για την τότε Ελλάδα και την συγκρίνει με την σημερινή. Τα τελευταία 30 χρόνια (με κάποιες εξαιρέσεις) είχαμε πολιτικούς που μπέρδευαν το νόμιμο με το ηθικό, ασχολούνταν με off shore εταιρίες και υπηρετούσαν τις αδυναμίες των πολιτών με διόγκωση του δημόσιου τομέα λόγω ρουσφετολογικών διορισμών, θυμίζοντας σε πάρα πολλά τους προ του 1909 πολιτικούς. Γι’ αυτό η Ελλάδα σήμερα υπερχρεωμένη εκλιπαρεί τους δανειστές για μία ακόμη δόση δανείου θυμίζοντας την μη υπολογίσιμη Ελλάδα του 19ου αιώνα…
Ο Ελληνικός λαός ήταν ίδιος και το 1912 και σήμερα, με προτερήματα αλλά και πολλές-πολλές αδυναμίες. Η εμφανής διαφορά είναι στην ηγεσία γιατί ο Ελ. Βενιζέλος είχε το σθένος να λέει και όχι στους πολίτες όταν χρειάζονταν αλλά και να τους συνεγείρει σε εθνικούς αγώνες όταν επιβάλλονταν αγωνιζόμενος στην πρώτη γραμμή ο ίδιος. Γι’ αυτό στους Βαλκανικούς πολέμους τα δυο παιδιά του μάχονταν στην πρώτη γραμμή ενώ το 1910 μιλώντας σε συγκέντρωση στην Αθήνα σε πολίτες που ζητούσαν Συντακτική Βουλή απάντησε από τον εξώστη: «Είπα αναθεωρητική!» και όπως έγραφε εφημερίδα της εποχής: «το πλήθος εσιώπησε και η Ελλάς απέκτησε ηγέτη».
Μετά το 1989, με την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στις Βαλκανικές χώρες, δημιουργήθηκε μεγάλη ιστορική ευκαιρία για μία ισχυρή ευημερούσα Ελλάδα που θα ήταν η ο παράγοντας ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή, μια Ελλάδα που αποκτούσε πλέον οικονομική και πολιτιστική ενδοχώρα, αλλά οι πολιτικοί μας λόγω έλλειψης οράματος και κακών χειρισμών ούτε την ευκαιρία αξιοποίησαν αλλά και οδήγησαν τη χώρα στην πτώχευση και την παρακμή γιατί δεν είχαν το θάρρος να υλοποιήσουν τις πραγματικές μεταρρυθμίσεις που είχε ανάγκη η χώρα.

Ο Δημήτρης Γαρούφας είναι δικηγόρος-πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης