Σάββατο 16 Απριλίου 2016

Για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης

Έγινε πριν μερικές μέρες συζήτηση στη Βουλή για την Δικαιοσύνη με κατηγορίες εκατέρωθεν ότι γίνονταν και γίνονται παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη κι ότι με κυβερνητικές παρεμβάσεις ναρκοθετείται η ανεξαρτησία της. Το έργο αυτό το έχουμε ξαναδεί γιατί έχει παιχθεί πολλές φορές. Με το Σύνταγμα του 1975 στο άρθρο 90 προβλέπεται ότι η ηγεσία της Δικαιοσύνης ορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, δηλαδή από την εκάστοτε κυβέρνηση, την εκτελεστική εξουσία. Αυτό θεωρήθηκε ότι δημιουργεί ομφάλιο λώρο μεταξύ εκτελεστικής εξουσίας και δικαστικής κι ότι η εκάστοτε κυβέρνηση επιλέγοντας την ηγεσία της Δικαιοσύνης επεμβαίνει και ασκεί έλεγχο καταργώντας την διάκριση των εξουσιών. Το ΠΑΣΟΚ ως αντιπολίτευση από το 1974 κατηγορούσε συστηματικά την τότε κυβέρνηση της Ν.Δ ότι παραβίαζε την επετηρίδα κι έκανε κομματικές επιλογές στην ηγεσία της Δικαιοσύνης…
Όταν το ΠΑΣΟΚ έγινε κυβέρνηση το 1981 ξέχασε όσα έλεγε και συνέχισε την ίδια τακτική κι αυτό συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευση από όλα τα κόμματα που άσκησαν η συνάσκησαν εξουσία. Οι δικηγόροι,και γενικότερα ο νομικός κόσμος, βλέποντας τις εκατέρωθεν υποκριτικές κατηγορίες που μείωναν το κύρος της Δικαιοσύνης σταθερά επί 40 χρόνια ζητούν αλλαγή του τρόπου επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης ζητώντας αυτή να εκλέγεται από ειδικό εκλεκτορικό σώμα αποτελούμενο από την Ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου ,τρεις εκπροσώπους των τριών μεγαλυτέρων δικηγορικών συλλόγων και τρεις εκπροσώπους των τριών Νομικών Σχολών της χώρας. Στην διαδικασία της τελευταίας Συνταγματικής αναθεώρησης που ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 2008, ως πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (ως εκ τούτου μέλος του Προεδρείου της ολομέλειας προέδρων δικηγορικών συλλόγων) συμμετείχα στις συζητήσεις που είχαμε με τους ηγέτες των κομμάτων ζητώντας αναθεώρηση του άρθρου 90 του Συντάγματος και πρόβλεψη εκλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από ειδικό εκλεκτορικό σώμα. Επισημάναμε ότι το υφιστάμενο σύστημα έχει κατηγορηθεί από όλα τα κόμματα(όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση…) ότι επιτρέπει επέμβαση και έλεγχο της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική κι ότι για να διαφυλαχθεί το κύρος της Δικαιοσύνης πρέπει να αλλάξει. Τα πολιτικά μας κόμματα όμως λειτουργούν υποκριτικά κι έτσι ενώ όλα έχουν κατηγορήσει το υφιστάμενο σύστημα όταν ήρθε η ώρα να το αλλάξουν δεν το άλλαξαν… Γι’ αυτό οι εκατέρωθεν κατηγορίες σε αυτό το θέμα δεν πείθουν κανένα γιατί αν ήθελαν να μην υπάρχει ομφάλιος λώρος μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας μπορούσαν στις αναθεωρήσεις του Συντάγματος που έγιναν να έχουν αλλάξει το σύστημα επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης…αλλά δεν το έκαναν γιατί όλα τα κόμματα εξουσίας θέλουν να μπορούν να επιλέγουν την ηγεσία της Δικαιοσύνης..
Το πλέον ανησυχητικό όμως είναι το γεγονός ότι αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια με πρόταση της κυβέρνησης το Κοινοβούλιο μας ψήφισε τροπολογίες που συνιστούσαν ωμή επέμβαση στο έργο της δικαιοσύνης αποποινικοποιώντας αδικήματα κλπ. για να ευνοήσουν συγκεκριμένα συμφέροντα και πρόσωπα. Μέσα στον ορυμαγδό των εκατέρωθεν καταγγελιών δεν αξιολογήθηκε η βαρύτητα του γεγονότος, ότι δηλαδή το Ελληνικό κοινοβούλιο ψήφισε τροπολογίες που οδηγούσαν στην ατιμωρησία για συγκεκριμένα αδικήματα συγκεκριμένων ατόμων… Είναι κι αυτό φαινόμενο της γενικότερης απαξίωσης των θεσμών που με ευθύνη αυτών που τους υπηρετούν μειώνεται το κύρος τους στη συνείδηση του πολίτη, ενισχύονται αντανακλαστικά ακραίες πολιτικές δυνάμεις και δημιουργούνται κίνδυνοι και για την σωστή λειτουργία του πολιτεύματος.
*Ο κ. Γαρούφας είναι δικηγόρος και πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

Για να υπάρχει ελπίδα νέας προοπτικής

Ο Θουκυδίδης στην ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου γράφει (σε απόδοση Ε. Βενιζέλου) ότι: «οι άνθρωποι συνηθίζουν να εμπιστεύονται εις την απερίσκεπτον ελπίδα εκείνο που επιθυμούν και αποκρούουν δι΄ αυθαιρέτου συλλογισμού εκείνο που αποστέργουν…»
Η ρήση αυτή επαληθεύεται διαχρονικά από τους ΄Έλληνες πολιτικούς που συνήθως θεωρούν πραγματικότητα τις επιθυμίες τους και απορρίπτουν με αβάσιμους συλλογισμούς όσα δεν τους συμφέρουν. ΄Έτσι τα τελευταία 40 χρόνια σχεδόν όλοι απέκρυπταν την πραγματικότητα από τον Ελληνικό λαό, συναγωνίζονταν σε παροχές υποσχόμενοι «ακόμη καλύτερες μέρες» υπερχρεώνοντας τη χώρα, ελπίζοντας ότι την κρίσιμη ώρα κάποιος «από μηχανής θεός» θα την σώσει… 
Βεβαίως έχουμε ευθύνη και εμείς οι πολίτες που με την ψήφο μας επιλέγαμε για την διοίκηση της χώρας ανθρώπους που απλά μας κολάκευαν , απλούς διαχειριστές της εξουσίας που στερούνταν οράματος αλλά και δεν είχαν το θάρρος υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που είχε ανάγκη η χώρα. Η πικρή αλήθεια είναι ότι οι πολιτικοί μας ηγέτες -με λίγες εξαιρέσεις-στηρίζονταν στις μισές αλήθειες και την μετατόπιση των προβλημάτων για το μέλλον αδιαφορώντας για την υπερχρέωση της χώρας , δέσμιοι ενός συστήματος που μαστίζονταν από το καρκίνωμα της διαφθοράς και λειτουργούσε με καθεστωτική νοοτροπία. Γι΄ αυτό φτάσαμε εδώ που φτάσαμε ξαναγυρίζοντας το ρολόι της ιστορίας πίσω στην εποχή του Τρικούπη, με τους δανειστές ( κυρίως το Δ.Ν.Τ )να ελέγχουν ουσιαστικά τη χώρα και τα σχέδια νόμου να ελέγχονται από αυτούς πριν κατατεθούν στη Βουλή…
Η χώρα μας διανύει περίοδο παρακμής με τη χώρα καταχρεωμένη, με τους θεσμούς να έχουν ατονήσει ,με τους άνεργους να πολλαπλασιάζονται και τη νέα γενιά απελπισμένη να βλέπει σκοτεινό τον ορίζοντα. Για να υπάρχει ελπίδα προοπτικής για τη χώρα θα έπρεπε ο πολιτικός κόσμος της χώρας να συμφωνήσει σε εκπόνηση και υλοποίηση αναπτυξιακού σχεδίου με αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας αλλά και αναμόρφωσης της πολιτικής ζωής με υλοποίηση ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Προαπαιτούμενο είναι όλοι , κυρίως ο πολιτικός κόσμος, να συνειδητοποιήσουμε ότι διανύουμε περίοδο βαθιάς κρίσης του πολιτικού συστήματος και για να ξεπερασθεί θα χρειαστούν πέρα από την οικονομική ανάκαμψη κυρίως θεσμικές μεταρρυθμίσεις που θα δημιουργούν προϋποθέσεις διαφάνειας στην πολιτική ζωή, θα κάνουν ουσιαστική τη λειτουργία των θεσμών και πιο συμμετοχική τη λειτουργία της δημοκρατίας μας.
Ενδεικτικά αναφέρω ότι ο τρόπος λειτουργίας των πολιτικών μας κομμάτων, που αποτελούν ουσιαστικά τους «πνεύμονες» του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, αναντίρρητα είναι ξεπερασμένος και πρέπει να εκσυγχρονιστούν. Πρέπει(δεδομένου ότι επιχορηγούνται γενναία από τον κρατικό προϋπολογισμό) να θεσπιστούν κανόνες διαφάνειας στα οικονομικά τους, να παραμερίσουν την κομματική γραφειοκρατία και το μέτριο στελεχιακό δυναμικό και να ανοιχθούν στην κοινωνία αναζητώντας τους ικανότερους πολίτες ,ανθρώπους με ιδέες , οράματα και ήθος που θα μπορούν να ανανεώσουν την πολιτική ζωή και να σχεδιάσουν το αύριο της χώρας.
Επίσης θα έπρεπε ήδη να έχει αρχίσει η διαδικασία για τολμηρή συνταγματική αναθεώρηση(η σχετική διαδικασία μπορούσε ήδη να έχει αρχίσει από τον Μάιο του 2013) για να γίνει πιο συμμετοχική η δημοκρατία μας με καθιέρωση δημοψηφισμάτων υπό κάποιες προϋποθέσεις(π.χ.θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν θα μπορούσαν ποτέ να τεθούν σε δημοψήφισμα) , αν το ζητά συγκεκριμένος-μεγάλος αριθμός πολιτών και Βουλευτών , με εκλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης από ειδικό εκλεκτορικό σώμα για να τονιστεί περισσότερο η ανεξαρτησία της ,με περιορισμό της Βουλευτικής ασυλίας, με έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων, με θέσπιση κανόνων διαφάνειας στη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού ,με καθιέρωση ασυμβιβάστου της θέσης υπουργού και Βουλευτή για να αναβαθμιστεί το κοινοβούλιο(επιτυχώς εφαρμόζεται το σύστημα στην Κύπρο) κλπ.
Είναι αλήθεια ότι η πολιτική, οικονομική και πνευματική ηγεσία του τόπου ολιγώρησε πολλαπλά μέχρι σήμερα γι΄ αυτό κάνοντας αυτοκριτική οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες της και συνειδητοποιώντας ότι η κρίση έχει ευρύτερες διαστάσεις να ασχοληθεί ουσιαστικά με το μέλλον της χώρας και με ευρύτερη συναίνεση να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να υπάρχει ελπίδα νέας προοπτικής για την Ελλάδα.
O Δημήτρης Γαρούφας είναι δικηγόρος-συγγραφέας, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Τρίτη 5 Απριλίου 2016

«Λυχνία επί όρους κειμένη»

Στην αρχαιότητα, στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, οι Αθηναίοι έστειλαν τον δημαγωγό Κλέωνα να επανακαταλάβει την Αμφίπολη που την υπερασπιζόταν ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας. Ο Βρασίδας διάλεξε 150 Σπαρτιάτες για να επιτεθεί αιφνιδιαστικά στον πολυπληθή Αθηναϊκό στρατό. Για να τους εμψυχώσει μεταξύ άλλων τους είπε όπως γράφει ο Θουκυδίδης (σε μετ. Ε. Βενιζέλου): «όσον αφορά το κατ΄ εμέ, θα αποδείξω ότι δεν είμαι καλλίτερος εις το να προτρέπω άλλους παρ΄ ότι είμαι εις το να θέτω εις εφαρμογήν ο ίδιος τας προτροπάς μου». Και μπαίνοντας μπροστά, επικεφαλής των 150 Σπαρτιατών νίκησε, πέφτοντας κι ο ίδιος στο πεδίο της μάχης.
Ανέφερα το απόσπασμα για να δείξω πόσο σε δύσκολες στιγμές μετρά το παράδειγμα του ηγέτη ο οποίος πρέπει να είναι πρώτος στους αγώνες, πρώτος στις θυσίες και κυρίως να αποδεικνύει έμπρακτα ότι υπάρχει απόλυτη ταύτιση λόγων και έργων. Τα σκέφτομαι όλα αυτά κι αναρωτιέμαι πώς να εμπνευσθεί ο Ελληνικός λαός όταν βλέπει την με ευρεία έννοια ηγεσία (πολιτική, οικονομική και πνευματική) απούσα από τις θυσίες και τους πολιτικούς να μιλούν ακόμη «ξύλινη γλώσσα» χωρίς ταύτιση λόγων και έργων. Γιατί δεν μπορείς να είσαι βουλευτής η υπουργός και να μιλάς για διαφάνεια και ίσες ευκαιρίες των νέων όταν φροντίζεις να δημιουργείς θέσεις μετακλητών για να διορίζεις συγγενικά σου πρόσωπα η πρόσωπα του «κομματικού σωλήνα».
Δεν μπορεί τα παιδιά των απλών πολιτών να υπηρετούν την στρατιωτική τους θητεία στον ΄Εβρο και το δικό σου στο κέντρο της Αθήνας η της Θεσσαλονίκης και να μιλάς για πατρίδα και αξίες. Δεν μπορεί να επιλέγεις ως συμβούλους ανθρώπους που αρνήθηκαν να υπηρετήσουν την στρατιωτική τους θητεία και να μιλάς στους άλλους νέους για αγάπη στην πατρίδα. Δεν μπορεί η κυβέρνηση να «ξεζουμίζει» τους πολίτες και να υπάρχουν υπουργοί που ξοδεύουν τεράστια ποσά για μη αναγκαίες δαπάνες ή κάποιοι πολιτικοί να προκαλούν το κοινό αίσθημα με τις πολυτελείς διακοπές τους σε ακριβά θέρετρα του εξωτερικού. Δεν μπορεί ακόμη να υπάρχουν και ανεξάρτητοι φορείς που εμφανίζονται υπέρμαχοι των αδυνάτων και της διαφάνειας αλλά οι ίδιοι σε περίοδο κρίσης με τα μέλη τους να πένονται φτάνουν να δαπανούν υπέρογκα ποσά για ανακαίνιση γραφείων και μάλιστα με απευθείας ανάθεση του έργου.
Το λυπηρό είναι ότι και τα κόμματα της αντιπολίτευσης δίνουν την εντύπωση ότι αποτελούν μέρος του προβλήματος γιατί δεν μπορείς να αποτελείς αξιόπιστη εναλλακτική λύση όταν και στον δικό σου χώρο υπάρχουν παρόμοια (έστω και λιγότερα) περιστατικά και κυρίως πρόσωπα με βεβαρυμένο παρελθόν.
Σήμερα για να μπορεί ένα κόμμα να επαγγελθεί πειστικά τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος και να αποτελέσει αξιόπιστη εναλλακτική λύση πρέπει να είναι ανοικτό στην κοινωνία, να έχει στελέχη με πολιτική σκέψη, ανθρώπους με ιδέες, ήθος και οράματα που θα μπορούν να εμπνεύσουν και συνεγείρουν την κοινωνία κι όχι ανθρώπους του μηχανισμού που ζουν με την ελπίδα νομής της εξουσίας και ουσιαστικά απομακρύνουν από την δημόσια ζωή κι αυτούς που πραγματικά θα μπορούσαν να προσφέρουν.
Ζούμε σε εποχή απαξίωσης του πολιτικού συστήματος γιατί για δεκαετίες οι ηγέτες μας δεν τόλμησαν να πουν την αλήθεια στον λαό, δεν μίλησαν για την υπερχρέωση της χώρας που ζούσε με δανεικά και κυρίως όσοι άσκησαν εξουσία από φόβο του πολιτικού κόστους δεν πήραν τα αναγκαία μέτρα για να δημιουργήσουν προοπτική για τη χώρα. Είναι εγκληματικό το γεγονός ότι για δεκαετίες τα κονδύλια της Ε.Ε αντί παραγωγικών επενδύσεων και αναδιάρθρωσης καλλιεργειών χρησιμοποιήθηκαν για συντήρηση του ευδαιμονισμού της κατανάλωσης και η χώρα συμπεριφερόταν σαν τους πολίτες που παίρνουν καταναλωτικό δάνειο για να πάνε διακοπές.
Σήμερα που η χώρα διανύει περίοδο δεινής οικονομικής κρίσης και έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους εκπροσώπους του, για να υπάρχει ελπίδα αντιστροφής του κλίματος πρέπει οι κάθε λογής ηγέτες τουλάχιστον να σκέφτονται και ενεργούν πολιτικά επεξεργαζόμενοι με υπευθυνότητα εφικτό σχέδιο ανάκαμψης που θα δημιουργεί προοπτική για τη χώρα.
Κυρίως όμως αυτή τη δύσκολη περίοδο οι κάθε λογής ηγέτες (πολιτικοί, οικονομικοί, πνευματικοί, θρησκευτικοί κλπ.) πρέπει να λειτουργούν καθημερινά ως «λυχνία επί όρους κειμένη» φιλοτεχνώντας εικόνα ήθους και υπευθυνότητας, συμβάλλοντας έτσι στην αναβάθμιση του επιπέδου της πολιτικής ζωής της χώρας μας και στην εξύψωση του κύρους των δημοκρατικών μας θεσμών.
Ο Δημήτρης Γαρούφας είναι δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης