Κυριακή 19 Μαΐου 2013

Η δημοκρατία μας και η αντιμετώπιση των άκρων


Η καταγραφόμενη σε δημοσκοπήσεις ενίσχυση ακραίων πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα έφερε ως αποτέλεσμα συζητήσεις και σύνταξη σχεδίου νόμου για αυστηρότερη ποινική αντιμετώπιση ρατσιστικών περιστατικών βίας, εξύμνηση ολοκαυτωμάτων κτλ.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν έχω δει το περιεχόμενο του λεγόμενου «αντιρατσιστικού σχεδίου νόμου», γι’ αυτό και προς το παρόν θα κάνω κάποιες γενικότερες παρατηρήσεις. Προκαταβολικά επισημαίνω ότι θεωρώ το ολοκαύτωμα των εβραίων ιστορικό απεχθές έγκλημα (κι απορώ πώς κάποιοι το αμφισβητούν), έχω αρθρογραφήσει υπέρ της αναγνώρισης της γενοκτονίας του Ελληνισμού της Ανατολής (κι όχι μόνο των Ποντίων) γιατί υπάρχουν ιστορικά στοιχεία, ενώ στο βιβλίο μου «με ανοιχτούς ορίζοντες» εκδ. ΕΡΩΔΙΟΣ - Θεσσαλονίκη 2006 σελ. 83-88, αναφερόμενος στους μετανάστες, επισήμανα την αναγκαιότητα υποδειγματικού σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για κάθε άνθρωπο που ζει στη χώρα μας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αν κάποιος έχει αντίθετη γνώμη, πρέπει να διώκεται ποινικά μόνο και μόνο γιατί δεν συμφωνεί με την ιστορική αλήθεια… Γι’ αυτό μάλλον κάνουν λάθος και κάποιοι βουλευτές μας που ζήτησαν παλιότερα την επίσημη αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού (πολύ σωστά) αλλά και την ποινική καταδίκη όσων την αρνούνται… Πρέπει να γίνει αγώνας διεθνώς για αναγνώριση της γενοκτονίας του Ελληνισμού της Ανατολής από τους Τούρκους, αλλά αν κάποιος διαφωνεί, ας τον αφήσουμε να περιθωριοποιείται στην ιστορικά αστήρικτη διαφωνία του.
Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσω τη ρήση του Βολτέρου, που περιφραστικά έλεγε «διαφωνώ με όσα λες, αλλά θα αγωνισθώ μέχρι θανάτου για να μπορείς να τα λες», γιατί η ελευθερία έκφρασης γνώμης είναι προαπαιτούμενο της δημοκρατίας και γιατί η δημοκρατία δεν πρέπει να μιμείται και να αντιγράφει τακτικές ολοκληρωτικών καθεστώτων. Με αυτό το σκεπτικό, το 2006, ως πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, εισηγήθηκα και εξέδωσε ψήφισμα ο ΔΣΘ καταγγελίας του προωθούμενου τότε στην Ε.Ε. «αντικομουνιστικού μνημονίου», γιατί, απορρίπτοντας ο ίδιος την κομμουνιστική θεωρία, πιστεύω ότι πρέπει να έχουν την ελευθερία να την προβάλλουν όσοι την πιστεύουν στο πλαίσιο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.
Νομίζω ότι το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο επαρκώς αντιμετωπίζει τα περιστατικά ρατσισμού, βίας κατά μεταναστών κτλ. και δεν χρειάζεται άλλο νομοθέτημα. Κατανοώ ότι οι έχοντες πρωτοβουλία τέτοιων νομοθετικών ρυθμίσεων διακατέχονται από κάποια αγωνία για τη δημοσκοπική αύξηση ακραίων πολιτικών δυνάμεων, αλλά πρέπει να καταλάβουν ότι οι πολίτες ενισχύουν τα άκρα αντανακλαστικά, για να εκδικηθούν το πολιτικό μας σύστημα, που έχει πολλές παθογένειες (οικογενειοκρατία, έλλειψη διαφάνειας, διαφθορά πολιτικού προσωπικού κτλ.) σε συνδυασμό με τη δεινή οικονομική κρίση που βιώνουν οι πολίτες. Η ενίσχυση των άκρων είναι σύμπτωμα ασθένειας του πολιτικού μας συστήματος και αυτή η ασθένεια αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά μόνο με τη σωστή λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Αν θέλουμε να αποδυναμωθούν τα άκρα (που πραγματικά δημιουργούν κινδύνους για τη δημοκρατία μας) πρέπει να φροντίζουμε καθημερινά όλοι -και κυρίως οι πολιτικοί μας- για την ουσιαστική και σωστή λειτουργία των θεσμών, για ύπαρξη ισονομίας και ίσων ευκαιριών για όλους, για εξασφάλιση δυνατότητας εργασίας στους πολίτες, αλλά και για λειτουργία κράτους πρόνοιας, που θα αποδεικνύει έμπρακτα ότι η κοινωνία μας αποτελεί μια ζεστή αγκαλιά για όλους.

Του Δημήτρη Γαρούφα, δικηγόρου, πρώην προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Τρίτη 7 Μαΐου 2013

Ανάγκη ανάπτυξης

Στη χώρα μας «κάθε θαύμα κρατά τρεις μέρες» κατά τη λαϊκή ρήση, γι' αυτό και ξεχνάμε εύκολα, ενώ γίνονται όλα πρόχειρα, «στο πόδι» όπως λέει ο λαός, με στόχο το σήμερα, ενώ για το αύριο «έχει ο θεός...».
Ετσι κάποιοι ιθύνοντες πριν από περίπου τρία χρόνια για να κερδίσουν χρόνο και για να πείσουν τους ξένους ότι το πρώτο μνημόνιο θα είναι και το τελευταίο…, είπαν μεταξύ άλλων ότι με βάση κάποια μελέτη του ΙΟΒΕ (καλό είναι να θυμηθούμε ότι διευθυντής του τότε ήταν ο νυν υπουργός Οικονομικών...), με την «απελευθέρωση» των επαγγελμάτων θα αυξηθεί το ΑΕΠ κατά 13,5% κι έτσι το χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ θα μειωθεί… Με βάση την κοινή λογική λέγαμε τότε ότι πιθανόν η απελευθέρωση να συντελεί στην καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη ή να ικανοποιεί το συνταγματικό δικαίωμα επιλογής του πολίτη, αλλά αύξηση του ΑΕΠ δεν θα υπάρξει, γιατί η «πίτα» παραμένει ή ίδια κι έτσι π.χ. αν γίνουν περισσότερα φαρμακεία, ΤΑΧΙ κ.λπ. θα μοιράζονται την ίδια «πίτα» περισσότερα άτομα, αλλά φυσικά αύξηση του ΑΕΠ δεν μπορεί να υπάρξει, όπως και δεν υπήρξε. Τώρα βεβαίως αυτοί που αναληθώς ισχυρίζονταν τότε ότι θα αυξηθεί το ΑΕΠ με την απελευθέρωση των επαγγελμάτων, σιωπούν εκκωφαντικά… αλλά με τέτοιες ανεδαφικές μελέτες και ισχυρισμούς εξαπάτησαν τους ξένους και τον ελληνικό λαό, ενώ η πραγματικότητα οδήγησε τη χώρα σε μείωση του ΑΕΠ και συνεχιζόμενη βαθιά ύφεση…
Δυστυχώς αυτά τα χρόνια, αλλά και τώρα ακόμη, όλες οι συζητήσεις γίνονται για το ποιοι νέοι φόροι θα μπουν, πώς και ποιες δαπάνες θα κοπούν (συνήθως οριζόντιες μειώσεις συντάξεων και μισθών), αλλά δεν είδαμε καμιά σοβαρή συζήτηση ή εκπόνηση σχεδίου για το πώς θα έρθει η ανάπτυξη με δημιουργία θέσεων εργασίας και αύξηση ΑΕΠ... Δηλαδή δεν είδαμε να υλοποιείται κάποιο ολοκληρωμένο σχέδιο με βάση το οποίο τα 15 εκατομμύρια τουριστών ετησίως θα γίνουν 25 ή κάποιο άλλο σχέδιο με βάση το οποίο τα 13 - 14 δισ. ευρώ που φέρνει κάθε χρόνο η Εμπορική Ναυτιλία θα γίνουν 20, ούτε είδαμε κάποια γενικευμένη προσπάθεια για αναδιάρθρωση αγροτικών καλλιεργειών με στόχο πραγματική παραγωγή και αύξηση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων. Η ανάπτυξη δεν θα έρθει με επιβολή νέων φόρων, αλλά για να αρχίσει πορεία ανάπτυξης και αύξηση του ΑΕΠ, απαιτείται πρωτίστως η υλοποίηση σχεδίων αξιοποίησης των ισχυρών χαρτιών μας (πολιτισμός - τουρισμός - ναυτιλία - αγροτικός τομέας κ.λπ.).
Δεν έχει νόημα να πούμε περισσότερα. Επισημαίνω μόνον ότι η χώρα είναι εξαθλιωμένη και οι πολίτες απελπισμένοι. Η κυβέρνηση αντί να ασχολείται με την επιβολή νέων φόρων όφειλε και οφείλει ταυτόχρονα τουλάχιστον να επεξεργασθεί και να υλοποιήσει σχέδιο αξιοποίησης των «ισχυρών χαρτιών» μας, των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας, γιατί μόνον έτσι μπορεί να υπάρξει αντιστροφή του κλίματος με ελπίδα ανάπτυξης της χώρας.
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΑΡΟΥΦΑ πρώην προέδρου του ΔΣΘ