Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

Γιατί τα Σκόπια κλέβουν από την ιστορία μας...

«Ο Παππούς μου ήταν Βλάχος και είχε Ελληνικό επίθετο… Το 1912 το Μοναστήρι το πήραν οι Σέρβοι κι έτσι αναγκασθήκαμε να κάνουμε το επίθετο να λήγει σε ''ιβιτς''. Το 1941 που ήρθαν οι Βούλγαροι το κάνανε να λήγει σε ''εφ'' και το 1944 που έκανε ο Τίτο κράτος με το όνομα ''Μακεδονία'' το κάνανε να λήγει σε ''εφσκυ''… Ετσι, η οικογένειά μου άλλαξε επίθετο τρεις φορές σε έναν αιώνα…».
Αυτή ήταν η -με δόση χιούμορ- απάντηση ελληνικής καταγωγής δικηγόρου από το Μοναστήρι, όταν τον ρώτησα για τη ρίζα του επωνύμου του πριν από μερικές μέρες που βρέθηκα στο Μοναστήρι, συνοδεύοντας -ως δικηγόρος- πετυχημένο Ελληνα επιχειρηματία που ξένη πολυεθνική του ανέθεσε την αντιπροσωπεία προϊόντων της και για τη FYROM.
Το Μοναστήρι, με 110.000 περίπου κατοίκους, έχει 5% Αλβανούς, βλαχόφωνους που διαπρέπουν στα επιστημονικά επαγγέλματα (το 15% των δικηγόρων της πόλης είναι βλαχόφωνοι) και διατηρούνται αναπαλαιωμένα αρκετά κτίρια που ανήκαν σε Ελληνες πριν από το 1912. Εχει και τρία φροντιστήρια Ελληνικής Γλώσσας, γιατί υπάρχει ενδιαφέρον για την εκμάθησή της από νέους και με την ελπίδα πρόσληψής τους σε επιχειρήσεις Ελλήνων που δραστηριοποιούνται εκεί.
Εχω ξαναπάει στο Μοναστήρι, όπως και σε άλλες πόλεις της FYROM, ενώ είχα την τύχη, και ως πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, την περίοδο 2005-2008, να γνωρίσω ανθρώπους από τον επιστημονικό χώρο, να αποκτήσω επαφή με πληθυσμούς ελληνικής καταγωγής, να μιλήσω σε συνέδρια όπου συνάντησα πολιτικούς τους αλλά και τον Κ. Γκλιγκόροφ (στη γιορτή για τα 50 χρόνια της ίδρυσης του δικηγορικού τους συλλόγου, το Μάιο του 2005, σε αίθουσα του Κοινοβουλίου τους, ήμουν ο μόνος από 23 ξένες αντιπροσωπείες που στο χαιρετισμό τους ανέφερα ως FYROΜ -και φυσικά δεν τους άρεσε).
Σήμερα υπάρχει εμφανής οικονομική κρίση και τεράστια ανεργία, με το μέσο μισθό στα 300 ευρώ, αλλά με επάρκεια προϊόντων και επενδυτικό ενδιαφέρον. Υπάρχουν μετριοπαθείς άνθρωποι με γνώση Ιστορίας, που γελούν με την τοποθέτηση αγαλμάτων του Αλεξάνδρου και του Φιλίππου στις πλατείες. Αλλά αυτοί αποτελούν μειοψηφία και, όπως μου ανέλυε φίλος, η ηγεσία των Σκοπίων δεν τοποθετεί αγάλματα για να τα αποσύρει στο πλαίσιο κάποιας συμφωνίας. Τοποθετεί τα αγάλματα: α) γιατί θέλει οι σημερινοί νέοι να μεγαλώσουν με αυτά, θεωρώντας τα κομμάτι της ιστορίας τους, β) για να κόψει τον ομφάλιο λώρο με Βουλγαρία (όπως οραματιζόταν από το 1903 ο Μισίρκοφ) και γ) για να δημιουργήσει αίσθημα περηφάνιας στους πολίτες της FYROM... έστω και με κλεμμένους ήρωες και ιστορία.
Υπενθυμίζω ότι η Βουλγαρία, αναπτύσσοντας επιτυχώς πολιτική «εκβουλγαρισμού», έχει χορηγήσει βουλγαρική υπηκοότητα σε περίπου 80.000 Σλάβους (η αλήθεια είναι ότι αρκετοί τη ζητούν για να αποκτήσουν ταυτότητα χώρας - μέλους της ΕΕ), με στόχο να δημιουργήσει βουλγαρική συνείδηση σε τμήμα του πληθυσμού, ενώ, σε ό,τι αφορά τον αλβανικό πληθυσμό, με όσους συζήτησα όλοι τους, μετριοπαθείς και εθνικιστές, συμφωνούν στην αντιπάθεια προς τους Αλβανούς…
Το ερώτημα είναι τι κάνει η Ελλάδα… Η απάντηση είναι: λίγα πράγματα... σχεδόν τίποτα (εκτός από κάποια σωματεία που στηρίζουν φροντιστήρια Ελληνικής Γλώσσας). Δεν έχει νόημα να εξειδικεύσω αυτό το «τίποτα», ούτε αυτά που έπρεπε να γίνουν και δε γίνονται (σε ανύποπτο χρόνο έχουν αναφερθεί αρμοδίως αλλά χωρίς αποτέλεσμα).
Οι νέοι της FYROM, παρά την πλύση εγκεφάλου περί «ενδόξου μακεδονικού παρελθόντος», μάλλον θα αποδέχονταν μια ονομασία γεωγραφικού προσδιορισμού για να προχωρήσει η ένταξη στην ΕΕ, με τα οφέλη που συνεπάγεται αυτή. Η «μακεδονοποίηση» με τα αγάλματα που προανέφερα θέλει να ανακόψει αυτήν την τάση, αλλά και να σκεπάσει τις βουλγαρικές ρίζες.
Στα Σκόπια δεν αλλάζουν μόνο τα επώνυμα δυο και τρεις φορές σε έναν αιώνα, αλλά συνεχίζεται και εντείνεται η προσπάθεια κατασκευής έθνους με ιστορία και ήρωες κλεμμένους από Ελλάδα και Βουλγαρία, κι έτσι έχουμε πράξεις που συνιστούν έγκλημα κατ' εξακολούθηση κατά της ιστορίας της ανθρωπότητας.


ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΑΡΟΥΦΑ
δικηγόρου, συγγραφέα, πρώην προέδρου του ΔΣΘ
Αγγελιοφόρος

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Ο μύθος και το φάντασμα της μεταπολίτευσης

Ο Β. Φίλιας, πρώην πρύτανης ΠΑΣΠΕ, με πλούσιο συγγραφικό έργο, που έφηβος συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση, αλλά έμεινε και 5 χρόνια στη φυλακή τα χρόνια της δικτατορίας, στο βιβλίο του «Τα αξέχαστα και τα λησμονημένα», που εκδόθηκε το 1997, κάνοντας μια αποτίμηση της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα κατά τα χρόνια της μεταπολίτευσης, λέει επιγραμματικά και λίγο προφητικά (εν σχέσει με όσα ακολούθησαν): «Ποτέ στο παρελθόν -με εξαίρεση ίσως την περίοδο Βούλγαρη (του επιλεγόμενου Τσουμπέ), τον περασμένο αιώνα- η ζωή του τόπου δεν είχε φτάσει σ' αυτό το σημείο κατάπτωσης. Κατάπτωσης και κατάρρευσης όλων των διαχρονικών αξιών, που δίνουν το υπόβαθρο σε μια κοινωνία να λειτουργεί συγκροτημένα και να μην αποσυντίθεται… Λέξεις και φράσεις υποκαθιστούν την πρόταση επεξεργασμένων και συγκεκριμένων λύσεων και η λογική της κινούμενης άμμου σ' όλες τις αντιμετωπίσεις, εκτός του ότι σημαδεύει τα πάντα με τη σφραγίδα της προχειρότητας, δεν αφήνει κανένα περιθώριο δημιουργίας σταθερών στη λειτουργία του κράτους… Η μεταπολίτευση υγροποίησε τις έννοιες της Αλλαγής, του Σοσιαλισμού, του εκσυγχρονισμού, της Ανανέωσης. Τις υγροποίησε και τις σχετικοποίησε σε βαθμό αφανισμού, για να φτάσουμε στην καταβαράθρωση που παρουσιάζει σήμερα η δημόσια ζωή».
Θα έλεγα ότι για τη μεταπολίτευση, με εξαίρεση τη στερέωση της δημοκρατίας και τις ελευθερίες που απόλαυσαν οι Ελληνες, τα όσα αναφέρει στο βιβλίο του ο Β.Φίλιας αποδίδουν την πραγματικότητα… Οι θεσμοί του δημοκρατικού πολιτεύματος υπολειτουργούσαν, υπήρχε προκλητική ατιμωρησία των επίορκων πολιτικών, ασύστολη ρουσφετολογία που γιγάντωσε το Δημόσιο και έλλειψη αξιοκρατίας και διαφάνειας στην πολιτική ζωή... Με ευθύνη, βέβαια, του πολιτικού κόσμου αλλά και ημών των πολιτών, που δεν αναγνωρίζαμε και την προσφορά των λίγων που προσπαθούσαν... Ετσι, ενδεικτικά μόνο να αναφέρω ότι ο εμπνευστής της διαδικασίας αξιοκρατικής πρόσληψης στο Δημόσιο με ΑΣΕΠ Αν. Πεπονής δεν εξελέγη βουλευτής στις επόμενες εκλογές και αντί αυτού εξελέγησαν εκείνοι που υπόσχονταν αναξιοκρατικούς διορισμούς...

Θα περίμενε κάποιος ότι η δεινή κρίση που βιώνει τώρα η χώρα θα λειτουργούσε ως καταλύτης για τον πολιτικό κόσμο και θα άρχιζε περίοδος ανάτασης της πολιτικής ζωής. Κι επειδή πρέπει να λέμε μόνον αλήθειες, επισημαίνω ότι, δυστυχώς, ο πολιτικός κόσμος ούτε αυτοκριτική έκανε ούτε -με λίγες μόνον εξαιρέσεις- συμπεριφορά άλλαξε. Για να γίνω κατανοητός, ενδεικτικά επισημαίνω ότι με τις κυβερνήσεις συνεργασίας θα έπρεπε, κατά τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού, να αναζητηθούν οι άξιοι πέρα από κομματικά κριτήρια... Δυστυχώς, όμως (με κάποιες εξαιρέσεις), συνεχίζεται η τακτική του παρελθόντος με στελέχωση του κρατικού μηχανισμού με κουμπάρους υπουργών, ανεπάγγελτους γόνους, αποτυχημένους πολιτευτές, πρόσωπα του lifestyle που ασχολούνται μόνο για την προβολή τους (με θυμηδία μου ανέφερε φίλος δημοσιογράφος την περίπτωση προσώπου που βομβαρδίζει τα ΜΜΕ με φωτογραφίες...) κ.λπ., με αποτελέσματα καταστροφικά, γιατί είναι αναποτελεσματικός ο κρατικός μηχανισμός. Δε φτάνουν οι προσπάθειες και η εργατικότητα του πρωθυπουργού για να αλλάξουν τα πράγματα και να γίνει «νέο ξεκίνημα», γιατί κάποιοι συνεργάτες του τον εκθέτουν. 
Λέγεται ότι κατέρρευσε ο μύθος της μεταπολίτευσης και έκλεισε ο κύκλος της. Δυστυχώς, όμως, το κλίμα που διαμορφώθηκε στη μεταπολίτευση ως φάντασμα εξακολουθεί να δυναστεύει την πολιτική ζωή, γι' αυτό βλέπουμε ακόμη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού με αναξιοκρατικά κριτήρια που τον καθιστούν αναποτελεσματικό.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω και τη δική μας ευθύνη, των πολιτών. Γιατί -όπως έλεγε ο Τ. Κένεντι- στο βιβλίο του «Σκιαγραφία των γενναίων: «Σε μια δημοκρατία, κάθε πολίτης, άσχετα με το ενδιαφέρον που έχει για την πολιτική, ασκεί κι αυτός ένα λειτούργημα και υπέχει μια ευθύνη. Και σε τελική ανάλυση το είδος της κυβερνήσεως που έχουμε εξαρτάται κυρίως από το πώς εκπληρώνει ο καθένας τις υποχρεώσεις του. Εμείς, ο λαός, είμαστε τα αφεντικά και θα έχουμε την πολιτική ηγεσία, καλή ή κακή, που εμείς θέλουμε και αξίζουμε».
 

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Ανάγκη πραγματικών μεταρρυθμίσεων

Η Ελλάδα βιώνει δεινή κρίση, που οδηγεί και σε εντεινόμενη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας μας. Αιτία της κρίσης είναι κυρίως ο τρόπος λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος, που χρεοκόπησε, γιατί οι πόροι της ΕΕ αξιοποιήθηκαν καταναλωτικά κι όχι για παραγωγικές επενδύσεις, ενώ ο δημόσιος τομέας γιγαντώθηκε, καθώς χρησιμοποιήθηκε για εκμαυλισμό των πολιτών, ενώ ταυτόχρονα οδηγηθήκαμε σε υπολειτουργία των θεσμών.
Τώρα, όμως, το παραμύθι τέλειωσε και η σκληρή πραγματικότητα έφερε τα μνημόνια και το ΔΝΤ και αντανακλαστικά οδήγησε σε μείωση της αξιοπιστίας των πολιτικών κομμάτων και των πολιτικών που δεν είχαν το θάρρος να πουν την αλήθεια στους πολίτες και να πάρουν έγκαιρα μέτρα αποτροπής της καταστροφής. Ζούμε σε μια μεταβατική εποχή, με ρευστές εξελίξεις, που κανείς δεν ξέρει πού θα οδηγήσουν σε μερικούς μήνες, καθώς η ανεργία πλησιάζει το 30%, το ΑΕΠ μειώνεται κάθε χρόνο και οι πολίτες οδηγούνται στα όρια της εξαθλίωσης, με δεκάδες χιλιάδες πολίτες σε όλη τη χώρα να τρέφονται από τα συσσίτια της Εκκλησίας. Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν σε απαξίωση του πολιτικού κόσμου και σε δημιουργία κλίματος περαιτέρω ενίσχυσης ακραίων πολιτικών δυνάμεων.
Το ερώτημα είναι αν οι δυνάμεις του σημερινού πολιτικού σκηνικού μπορούν να προλάβουν και να ελέγξουν τις εξελίξεις, δημιουργώντας προοπτική για τη χώρα. Η απάντηση είναι ότι, παρά τη μεγάλη φθορά, υπό κάποιες προϋποθέσεις θα μπορούσαν ακόμη (όχι όμως για πάρα πολύ καιρό) οι σημερινές πολιτικές δυνάμεις να διαμορφώσουν τις εξελίξεις, αν έμπρακτα πείσουν ότι άλλαξαν, αν πάρουν ριζικές πρωτοβουλίες που μπορούν να δημιουργήσουν ελπίδα νέας προοπτικής για τη χώρα.
Θα πρέπει, κατ' αρχάς, τα πολιτικά μας κόμματα, στο πλαίσιο αυτοκάθαρσης και για να αποκτήσουν σημείο επαφής με την κοινωνία, να αποβάλουν «κλοτσηδόν» τα στελέχη τους που είχαν εμπλοκή σε σκάνδαλα (π.χ. Siemens, Βατοπεδίου, Χρηματιστήριο, ομόλογα κ.λπ.), παραμερίζοντας ταυτόχρονα τους ανεπάγγελτους γόνους και την παράδοση της οικογενειοκρατίας, με άνοιγμα στην κοινωνία, αναζητώντας τους πιο άξιους Ελληνες, τουλάχιστον για τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού.
Κυρίως όμως πρέπει, πέρα από την ανάγκη υλοποίησης αναπτυξιακού σχεδίου για τη χώρα, να αναληφθούν άμεσα πρωτοβουλίες που θα σηματοδοτούν πραγματικές μεταρρυθμίσεις (φυσικά, δεν αποτελεί μεταρρύθμιση η εφευρετικότητα στην επιβολή νέων φόρων…) στην πολιτική ζωή της χώρας. Οταν λέμε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, ενδεικτικά αναφέρουμε: νέο εκλογικό σύστημα με μείωση και του αριθμού των βουλευτών σε 200, θέσπιση κανόνων διαφάνειας στη δημόσια ζωή, αξιοκρατική στελέχωση της δημόσιας διοίκησης, πραγματική αποκέντρωση. Επίσης, να ξεκινήσει άμεσα η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος (μπορούσε να έχει ξεκινήσει από το Μάιο του 2013 και απορούμε γιατί δεν την προχωρά ο κ. Σαμαράς, που είχε δημοσιοποιήσει αξιοπρόσεκτες προτάσεις), με τολμηρή πρόταση συνταγματικής αναθεώρησης, που θα καθιερώνει διεξαγωγή δημοψηφισμάτων για μεγάλα θέματα έπειτα από πρόταση σημαντικού αριθμού πολιτών, εκλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από ειδικό εκλεκτορικό σώμα, για να τονιστεί η ανεξαρτησία της, κατάργηση των διατάξεων που εξασφαλίζουν με σύντομη παραγραφή ατιμωρησία των πολιτικών, καθιέρωση ασυμβίβαστου θέσης υπουργού και βουλευτή για να αναβαθμιστεί το Κοινοβούλιο (σύστημα που επιτυχώς λειτουργεί στην Κύπρο) κ.λπ.
Βέβαια, η πικρή αλήθεια είναι ότι δύσκολα τα πολιτικά μας κόμματα θα αποδεχτούν τη νέα πραγματικότητα. Γιατί οι πραγματικές μεταρρυθμίσεις και ο εκσυγχρονισμός της πολιτικής ζωής θα οδηγήσουν σε διαφάνεια των οικονομικών τους, σε μείωση της οικογενειοκρατίας και σε αξιοκρατική στελέχωση του κρατικού μηχανισμού. Αυτό σίγουρα δε θα αρέσει σε κάποιους πολιτικούς, μερικοί εκ των οποίων ως υπουργοί επιμένουν προκλητικά να στελεχώνουν τον κρατικό μηχανισμό με ανεπάγγελτα πρόσωπα του life style, κουμπάρους, συγγενείς και μετριότητες του κομματικού σωλήνα. Αλλά οι καιροί άλλαξαν και πρέπει να προσαρμοστούν στο νέο σκηνικό που καθημερινά διαμορφώνεται, αν θέλουν να επιζήσουν. Γιατί, διαφορετικά, εμμένοντας στην παλαιοκομματική στάση τους, θα λειτουργούν ως στρατολόγοι των άκρων, με κινδύνους και για την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Του Δημήτρη Γαρούφα,δικηγόρου-συγγραφέα, πρώην προέδρου του ΔΣΘ

Αγγελιοφόρος

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

Διαχρονικά μηνύματα ελληνισμού

Οταν αναλογίζεται κάποιος την Ιστορία του ελληνισμού, συνειρμικά του έρχονται στο νου, πέρα από τα επιτεύγματα στον τομέα των γραμμάτων και τεχνών, τους μεγάλους φιλοσόφους και ιστορικούς, κάποιοι άλλοι ιστορικοί σταθμοί. Σκέφτεται με δέος τις πράξεις αυτοθυσίας των Ελλήνων, όταν αναλογίζεται τις Θερμοπύλες, τους τελευταίους μαχητές της Πόλης, τους υπερασπιστές του Μεσολογγίου, τη θυσία των γυναικών της Νάουσας, τους ήρωες του Μακεδονικού Αγώνα. Το ίδιος δέος αισθάνεται κάποιος όταν μετά 73 χρόνια αναλογίζεται το έπος του 1940, το έπος που έγραψαν οι Ελληνες μαχητές στα χιονισμένα βουνά της Κορυτσάς και Β. Ηπείρου, όπου κατατρόπωσαν τον ιταλικό στρατό.
Η αξία του έπους του 1940 δεν έγκειται στο γεγονός ότι νίκησαν οι Ελληνες, αλλά στο ότι ο ελληνισμός τόλμησε και σαν ένας άνθρωπος από τον πρωθυπουργό Ι. Μεταξά μέχρι τον τελευταίο Ελληνα είπε ένα βροντερό «ΟΧΙ», χωρίς να λογαριάσει συσχετισμό δυνάμεων ούτε πιθανότητες νίκης ή ήττας.
Αναλογιζόμαστε πολλές φορές πώς να ήταν οι υπερασπιστές των Θερμοπυλών στην αρχαιότητα, πώς ήταν οι αγωνιστές του 1821 και αισθανόμαστε δέος. Τους στρατιώτες που έγραψαν το έπος το 1940 τους γνωρίσαμε. Ηταν οι πατεράδες και οι παππούδες μας, τους γνωρίσαμε σεμνούς και ταπεινούς στην καθημερινότητα, ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Το ερώτημα που μπαίνει είναι πώς αυτοί οι άνθρωποι που εμείς γνωρίσαμε σαν κοινούς ανθρώπους, με όλα τα ελαττώματα και προτερήματα, μεγαλούργησαν το 1940, ποια φλόγα τους μεταμόρφωσε και τους ανέδειξε στο ύψος των αρχαίων προγόνων.
Αυτοί οι σεμνοί και ταπεινοί πατεράδες και παππούδες μας απέδειξαν ότι η ελληνική ψυχή είναι η ίδια. Αυτή η ψυχή είναι έτοιμη να δώσει το «παρών» στο σάλπισμα των μεγάλων στιγμών της Ιστορίας, πάντα όρθια και πάντα αγονάτιστη, έτοιμη να αγωνιστεί, αρκεί στη δεδομένη στιγμή να υπάρξει πραγματική ηγεσία.
Οι στρατιώτες που έγραψαν το έπος του 1940 στέλνουν διαχρονικό μήνυμα σε μας τους επιγόνους. Αυτό που θέλουν να μας πουν είναι ότι στην ιστορία των εθνών και λαών ένα κι ένα δεν κάνει πάντα δύο, αλλά μερικές φορές μπορεί να κάνει και τρία. Δηλαδή πως όποιος έχει αδάμαστη θέληση, όραμα και πίστη μπορεί να νικήσει ισχυρότερους αντιπάλους.
Το δεύτερο μήνυμα είναι ότι η πίστη στις αρχές και αξίες μας είναι ανάγκη ζωής. Ανεμίζοντας τη σημαία της Ευρώπης πρέπει καθημερινά να βιώνουμε τις αξίες του ελληνισμού και να τις προσφέρουμε στη σημερινή Ευρώπη σαν οδηγό για μιαν άλλη, πιο ανθρωποκεντρική, πορεία.
Το τρίτο μήνυμα είναι η αναγκαιότητα εθνικής ομοψυχίας. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 δίπλα στο δικτάτορα Ι. Μεταξά συμπαρατάχθηκε όλη η Ελλάδα (με δήλωσή του και ο φυλακισμένος ηγέτης του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδης) και το «ΟΧΙ» που είπε εκείνος απηχούσε το συναίσθημα όλων των Ελλήνων, γι' αυτό και μεγαλούργησε η Ελλάδα.
Οι στρατιώτες που έγραψαν το έπος του 1940 υπενθυμίζουν ότι υπάρχουν αξίες και ιδανικά για τα οποία δεν πρέπει να συμβιβαζόμαστε. Οτι στη ζωή τίποτα δε χαρίζεται κι όλα κατακτώνται με αγώνες και θυσίες και ότι οφείλουμε να αγωνιζόμαστε πάντα για την πατρίδα, την ελευθερία, την ανεξαρτησία, τη δικαιοσύνη. Το μήνυμα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία σήμερα που η χώρα μας, από λάθη μετρίων πολιτικών ηγετών, διανύει περίοδο παρακμής. Εμείς οι απλοί πολίτες να γίνουμε ενεργοί και να μπολιάσουμε με τη φλόγα της ψυχής μας τους ηγέτες μας, υπενθυμίζοντάς τους ότι είναι ηγέτες όταν δε σκύβουν το κεφάλι και λένε «ΟΧΙ» όταν πρέπει. Πρέπει ειδικά σήμερα να ενθυμούμαστε τους αγωνιστές του 1940, τα ιδανικά για τα οποία αγωνίστηκαν και το ήθος του αγώνα τους. Για να φανούμε αντάξιοί τους όλοι μας, προπαντός οι ηγέτες μας, όπως έλεγε ο ποιητής Γ. Σεφέρης, πρέπει «λίγο ακόμα, να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα...».

Του Δημήτρη Γαρούφα, δικηγόρου - συγγραφέα,πρώην προέδρου του ΔΣΘ